Λόγια...Άνεμοι της Ψυχής

ΜΑΡΙΑΛΕΝΑ ΔΙΣΑΚΙΑ

Ένα λευκό ψέμα – Μαριαλένα Δισακιά


Ένα λευκό ψέμα

 

Όταν άκουσα τον χαρακτηριστικό ήχο στο lap top  μπλούμ μπλούμ…. έτρεξα να δω ποιος έστελνε  i-mail.  Μακάρι να ήταν η φιλενάδα μου.  Περίμενα νέα της μέρες τώρα. «Αχ μωρέ Μελινάκι μου». Η Μελίνα είναι φιλενάδα από το σχολείο. Έχει περάσει διάφορα στην ζωή της αλλά ευτυχώς δεν είχε μετατραπεί σε καθικάκι ως είθισται σε άτομα που έχουν περάσει δύσκολη ζωή . Εξακολουθούσε να τρέχει σε όλους και για όλους . Προσωπικός χρόνος μηδέν εις το πηλίκο.

Είναι  ώριμη, «σαν ώριμο φρούτο» όπως λέει και η ίδια «ζουμερό και γεμάτο χυμούς».  Είναι μελαχρινή, ίσως και λίγο παραπάνω από το “σταρένιο”. Φίλες από παιδιά, κολλητές.  Δεν έχει περάσει και λίγα αλλά πάντα με χαμόγελο . Όμως στα δύσκολα πάντα την έχανα. Είναι από εκείνα τα χελωνάκια που μόλις δουν κίνδυνο, “πουφ” στο σπιτάκι τους ,ανακτούν τις δυνάμεις τους και τον εαυτό τους  και μετά βγαίνουν χορεύοντας στους ρυθμούς ενός  βιολιού. Χωρισμένη από χρόνια και από επιλογή μόνη της. «Ε φτάνουν τόσα σώβρακα που έπλυνα στην ζωή μου, αρκετά, μέχρι και τα βαθιά μου γεράματα είμαι χορτασμένη από σωβρακομπουγάδες» έλεγε και γέλαγε. 

Τόσα χρόνια είχα μάθει πια να σέβομαι το κλείσιμο στο καβουκάκι της, και την περίμενα σιωπηλά να βγει.  Ήξερα μόλις είναι έτοιμη θα βάλει το τζινάκι της το t-shirt της και θα μου χτυπήσει το κουδούνι . Την ώρα φυσικά ποτέ δεν την έβλεπε πριν το κάνει . Έχω πεταχτεί από το κρεβάτι μεταμεσονύκτιες ώρες σαν τρελή μην ξέροντας τι συμβαίνει, για να ανοίξω.  Η Μελίνα στην πόρτα, πότε  με μια τσάντα μπύρες, πότε με ένα μπουκάλι ουίσκι και πάντα με το νέο cd κάποιου καψούρη τραγουδιστή, που πρέπει να ακούμε κατά την διάρκεια της κουβέντας μας.
Τώρα τελευταία είχε ξεκινήσει μια νέα σχέση.  Σχέση, που λέει ο λόγος δηλαδή γιατί εκείνη από σχέσεις τέλος . Μετά τον χωρισμό της είχε χάσει την εμπιστοσύνη όχι μόνο στους άντρες αλλά  σε όλους ,φίλους ,φίλες , οικογένεια.  Άκουγε τα μισά από ότι της έλεγαν και δεν πίστευε αν δεν έβλεπε , αλλά ακόμα και τότε κρατούσε  επιφυλάξεις λέγοντας «και αν με γελούν τα μάτια μου ;»  Τον περιβόητο λοιπόν Μάνο τον γνωρίσαμε σε ένα καφέ, είχε έρθει με έναν φίλο μας, βλέμματα γελάκια ε, δεν ήθελε και πολύ , πέρασαν στις κουβεντούλες  και τέλος της βραδιάς αντάλλαξαν και τηλεφωνικούς αριθμούς. Εδώ και έξι  μήνες όλα πήγαιναν μια χαρά.  Ρομαντικές βόλτες στην εξοχή, λόγια έρωτα και πίστης, δείπνο για δυο, μαγειρεμένο από τα χεράκια του, πρωινό στο κρεβάτι , και όλα αυτά που δεν είχε δει από κανέναν πρώην της η Μελίνα .
-Φιλενάδα βρήκες τον καλύτερο, της έλεγα. 
Ναι καλά στην Μελίνα μιλούσα …
-Άσε μας μωρέ ο καλύτερος δεν υπάρχει . Σταμάτα να ονειρεύεσαι χαζή.
-Βρέ αχάριστο πλάσμα άνοιξε τα μάτια σου και πες και κανένα ευχαριστώ στο Θεό που τον έστειλε στον δρόμο σου.
-Εγώ ανοιχτά  τα έχω τα μάτια μου εσύ ονειροβατείς. Άσε θα δούμε νωρίς είναι ακόμα, και δεν μου τον έστειλε ο Θεός στον δρόμο μου, ο Κώστας αν θυμάσαι τον έφερε στην καφετερία, και από ότι θυμάμαι, ο Κώστας δεν είναι Θεός.  
Μιλιά εγώ, όταν μιλά  έτσι σημαίνει:  Στου κουφού την πόρτα… πάρε την πόρτα και φύγε. Είπε και ‘λάλησε το Μελινάκι … τέλος η συζήτηση από μένα. Σιγά μην της πάω κόντρα .
Είχα μέρες να την ακούσω!  Το κινητό κλειστό, το σταθερό με τον τηλεφωνητή :
«-Είμαι ένας αυτόματος τηλεφωνητής. Εσύ τι είσαι;» αυτό το  μήνυμα άκουγα  ξανά και ξανά, εκείνη άφαντη . Αμάν –αμάν, αν στράβωσε και με τον Μάνο καήκαμε. Ποιος την ακούει.
Μπλούμ! Μπλούμ! Ωχ ! Ξεχάστηκα, ανοίγω το i-mail μου.
«-Έλα έρχομαι με ουίσκι και το καλό που σου θέλω να έχεις πάγο ! Είσαι σπίτι;  Καλά και να μην είσαι σκασίλα μου, θα περιμένω!»
Η συνομιλία κλειστή . Άρα ξεκίνησε κιόλας και  έρχεται ! Τρέχω να  τσεκάρω τα απαραίτητα.  Πάγος οκ ! Χαρτομάντιλα οκ ! Στο δεύτερο κρεβάτι καθαρά σεντόνια οκ! Ε ναι μετά από την κουβέντα πάντα μένει εδώ, δεν την αφήνω να φύγει άσχετα αν κάθε φορά την προσπάθεια να φύγει την κάνει, εκείνη  πάει μέχρι την πόρτα, και εγώ την πάω στο κρεβάτι.
Έβαζα δυο ποτήρια στο τραπέζι και πάγο ακριβώς τη στιγμή που χτυπούσε το κουδούνι ! Άνοιξα την πόρτα. Τι λέγαμε; Τζινάκι, t-shirt, ουισκάκι ανά χείρας και αγνώριστη. Μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια.  Μπήκε με ύφος σχιζοφρενή δολοφόνου σε κρίση. Αν και την ξέρω από παιδί δεν το κρύβω πως την φοβήθηκα.
-Πως είσαι έτσι παιδάκι μου;
-Εσύ τα χεις δει τα χάλια σου; Πως με υποδέχεσαι έτσι; Δεν μπορούσες να ντυθείς; Με το σορτς και  το τοπάκι υποδέχεσαι την φιλενάδα σου;
-Σιγά τι έπρεπε να βάλω; Τα μεταξωτά μου; Άντε κάτσε και λέγε τι έγινε γιατί έχω τρελαθεί τόσες τις μέρες.
Κάτσαμε στο σαλόνι βάλαμε και το πρώτο ουισκάκι και με μουσική υπόκρουση κάποιον νέο τραγουδιστή που κάτι έλεγε για «ψέματα και όλα ψέματα», ξεκίνησε το Μελινάκι να μιλάει :
-Έτσι είναι κυρία μου αγαπά ο Θεός τον κλέφτη αλλά αγαπά και τον νοικοκύρη . Στο έχω πει εμένα δεν μπορεί να με δουλέψει άντρας . Θα τον πάρει ο διάολος μόλις τον δω μπροστά μου. Τον ψεύτη τον υποκριτή, τον χαμένο, τον αλήτη, που θα δουλέψει αυτός ποιον; Εμένα. Αμ κύριε δεν ξέρεις με τι φυντάνι έμπλεξες θα σε πάρει και θα σε σηκώσει ο αγύριστος στην ρόδα του διάολου .
-Ναι Μελίνα μου, πες και άλλα, αλλά σε παρακαλώ μήπως να μου το έπιανες από την αρχή.
Να καταλάβω και εγώ η άσχετη τι σκατά σου έκανε και τον  βρίζεις, τουλάχιστον να βρίζουμε  στερεοφωνικά.
-Τι μου έκανε, εμένα τι μου έκανε ; ΣΙΓΑ ΤΟΝ ΘΕΟ που θα μπορούσε να μου κάνει κιόλας , ο άχρηστος που φορά τα  παντελόνια απλά για να μην κρυώνει, με φουστίτσες έπρεπε να κυκλοφορεί. Γιατί ναιιιιιι φουστίτσες έπρεπε να φορεί . Ρε η τα φόρας και τα τιμάς η άσε να τα φοράμε οι   γυναίκες που ξέρουμε να τα τιμάμε καλύτερα .
-Μελίνα σε παρακαλώ θα μου πεις τι έκανε, τι έγινε τέλος πάντων; Πιάστο ρε κορίτσι μου από την αρχή . Ήπιαμε το πρώτο και ακόμα δεν έχεις πει τίποτα.
-Θυμάσαι όταν τον γνωρίσαμε στην καφετέρια και μετά παραγγείλαμε ποτάκια ;
-Ε ναι! Τι από εκεί θα το πιάσουμε; είσαι σίγουρη θα φτάσει το μπουκάλι;
-Σκάσε! Ναι από κειιιιι. Όταν έφερε το γκαρσόνι τα φιστίκια, ως συνοδευτικό για τα ποτά, ο κύριος Μάνος τον παρακάλεσε να φέρει κάτι άλλο γιατί είχε αλλεργία στα φιστίκια.
-Α ναι τώρα που το λες, το θυμάμαι .
-Πριν μερικές μέρες λοιπόν με κάλεσε σπίτι του για φαγητό . Αυτό που είναι και πρόσφατο το θυμάσαι έτσι;
-Δεν είμαι και  σε ηλικία  Αλτσχάιμερ λέγε.
-Πήγα που λες συνάμενη κουνάμενη στο λεγάμενο. Είχα βάλει και εκείνο το   παντελόνι που τονίζει το κ@@@ μου, θεά. Ε ,είπα να μην πάει χαμένη η βραδιά . Μπαίνω στο σπίτι καθόμαστε στο καναπέ και τα λέγαμε, μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό.  Δίψασα και πήγα στην κουζίνα να βάλω νερό . Ε αυτό ήταν, είδα ένα μπολ, και τα δα όλα.
-Τι; Άπλυτα όλα τα πιάτα; Ικανή σ έχω να του τα ‘φερες στο κεφάλι του χριστιανού.
-Ρε αι σταδιάλα και εσύ από δω . Ένα μπολ σου λέω ΓΕΜΑΤΟ ΦΙΣΤΙΚΙΑ. Ε αυτό ήταν πήγα στο σαλόνι τον χαστούκισα και έφυγα . Άντρες ψεύτες, υποκριτές. Ζώα, γαϊδούρια ξεκαπίστρωτα. Ρε Ουστ μακριά. Ένα βράδυ και αυτό μόνο για μένα . Βάλε άλλο ένα, φουρκίστηκα.
-Μελίνα πας καλά; Τι είναι αυτά που λες; Χαστούκισες τον άνθρωπο και έπεσες στα πατώματα για ένα μπολ φιστίκια;
-ΝΑΙ! Αλλά τι μπολ ;
-Τι μπολ; Φαντάζομαι κανονικό όπως αυτά που έχει όλος ο κόσμος.
-Ναι ρε γαμώ το σου, αυτό σου λέω ένα μπολ φιστίκια. Ποια άγνωστη λέξη έχεις;
-Καμία απλά δεν καταλαβαίνω, και δεν έχω πιει κιόλας.
-Μια και το είπες βαλε ακόμα ένα, ρε σου λέω Φ Ι Σ Τ Ι Κ Ι Α . Τι δουλειά είχαν τα φιστίκια στο μπολ πάνω στο πάγκο της κουζίνας ενός άντρα, άντρα λέμε τώρα , που έχει αλλεργία στα φιστίκια; Εγώ εδώ και έξι μήνες στο σπίτι μου δεν έχω πάρει μην τυχόν και ξεχαστώ και τα βάλω στο τραπέζι., κι αυτός τα είχε στο μπολ στην κουζίνα του. Γκόμενα έχει και είμαι σίγουρη ότι λατρεύει   τα φιστίκια. Μάνος λοιπόν τέλος . Που να μπορούσα να τον ταΐσω ένα ταψί με μπακλαβά  φιστίκι τον ψεύτη ,τον άχρηστο, τον άτιμο . Δεν φταίει άλλος εγώ , εγώ φταίω, που έκατσα τόσο καιρό εκεί μαζί του. Ρε ένα βράδυ και μην την είδατε την πέρδικα .
-Μελίνα δεν μου τα λες καλά.  Δεν τον ρώτησες; Δεν είπες τίποτα;
-Σιγά μην πω κιόλας, μωρέ του άστραψα μια στα μούτρα, ακόμα σημάδι πρέπει να έχει, βρόντηξα και την πόρτα και από δω παν και οι άλλες. Χα! Σιγά τον άντρα.
Ήμασταν ακόμα στο τρίτο ποτηράκι και η φιλενάδα μου έβγαζε καπνούς για ένα μπολ φιστίκια. Τι δεν καταλάβαινα,  τι μου έλεγε και εγώ δεν μπορούσα να το ακούσω; Μάλλον έπρεπε να “ακούσουμε” πρώτα το ουίσκι και μετά να βγάλω άκρη .
-Μελινάκι μου τι δεν καταλαβαίνω;
Της μίλησα σιγά προσπαθώντας να δω στα μάτια της κάτι, που θα με βοηθήσει να καταλάβω. Άρχισε να τραγουδάει το τραγούδι που ακουγόταν εκείνη την ώρα, έβαλε άλλο ένα ποτό, τελείωσε το ρεπερτόριο του κυρίου που πόναγε, τελείωσε σχεδόν και το μπουκάλι που είχε φέρει μαζί της και εγώ ακόμα προσπαθούσα να καταλάβω. Τι σκατά ‘φταιγαν τα φιστίκια και ‘καναν έτσι χάλια την φιλενάδα μου! Σε λίγο το ουίσκι έκανε την δουλειά του . Τότε άρχισε ο μονόλογος της, που μ άφησε άναυδη.
-Μάλιστα κύριε ψέματα, ακούς εκεί, αλλεργικός στα φιστίκια και μπολ με φιστικάκια στην κουζίνα. Ρε ποιον δουλεύεις; Εμένα ;  Δεν ξέρεις με ποια τα έβαλες. Έρωτες και βλακείες. Αχ! Γιατί ρε Μάνο, ε, γιατί, και εσύ τέτοιο κάθαρμα, αμ εγώ; Εγώ τόσο χαζή πια. Να επενδύσω συναίσθημα πάλι. Το είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ,ποτέ μα ποτέ ξανά, τι βλάκας θεέ μου, τι ζώο που είμαι . Είμαι τόσο μα τόσο χαζή  να πιστέψω τα ρομάντζα του. Είπα και εγώ βρήκα τον καλό . Σκατά στα μούτρα του, του μ@@@@! Ούτε να τον ξαναδώ.  Αλλεργικός στα φιστίκια , λέει, της αρέσουν και τα αλμυρά της τύπισσας κατάλαβες, και μείς τι κάνουμε εδώ κύριε Μάνο μας, ε τι κάνουμε, τα διακοσμητικά φυτά;
Έμεινα να την κοιτάζω σαν χαϊβάνι, η Μελίνα ερωτευμένη . Έλα Χριστέ και Παναγιά και Άγιοι  όλοι μαζί . Δεν γίνονται αυτά, αμ γι αυτό όλα ‘γιναν για ένα μπολ φιστίκια. Ερωτευμένη η φιλενάδα μου, πρώτη φορά  μετά από χρόνια και απογοητευμένη από ένα τόσο δα μικρό μπολάκι με φιστίκια. Η Μελίνα σταματά να μιλά και τώρα βλέπει μόνο το ταβάνι ,αν το βλέπει κιόλας, και εγώ προσπαθώ να σκεφτώ ψύχραιμα όσο μ αφήνει το αλκοόλ  δηλαδή γιατί δεν ήταν και εύκολο. Μια ιδέα πέρασε από το κεφαλάκι μου, να το κάνω η όχι ; Μωρέ δεν βαριέσαι θα το κάνω και το πολύ – πολύ να τον βρίσω να βγάλω και το άχτι μου . Πήρα από το τραπεζάκι  μπροστά μας το τηλέφωνο,  πήγα στο μπάνιο, και κάλεσα τον Μάνο. Δεν πρόλαβε να χτυπήσει και απάντησε.
-Ναι…
-Μάνο εσύ;
-Ναι εγώ ποιος είναι;
– Η Κατερίνα είμαι! Έχω να σου κάνω μια ερώτηση.
– Που είναι η Μελίνα έχω τρελαθεί από την αγωνία  μου, μια εβδομάδα τώρα δεν μπορώ να την βρω πουθενά, ούτε στην δουλειά της δεν πάει , πες μου σε παρακαλώ που είναι, είναι καλά;
-Μάνο, τις ερωτήσεις θα τις κάνω εγώ πρώτα και αφού πάρω απαντήσεις, μετά θα δούμε αν θα σου πω . Λοιπόν ξεκινώ, ερώτηση πρώτη, έχεις στο σπίτι σου φιστίκια;
-Ρε Κατερίνα τρελή είσαι; Σου λέω δεν ξέρω που είναι το Μελινάκι μου και εσύ με ρωτάς αν έχω φιστίκια;
-Λέγε Μάνο, έχεις στο σπίτι σου φιστίκια; λέγε γιατί θα τρελαθώ.
-Ναι έχω, μ’ αρέσουν με το ποτό μου.
-Δεν έχεις αλλεργία δηλαδή στα φιστίκια; Γιατί θυμάμαι πολύ καλά έτσι είχες πει .
-Αν λες για το πρώτο  βράδυ που γνωριστήκαμε, μόλις είχα γυρίσει από τον οδοντίατρο, δεν ήθελα να το πω, ντρεπόμουν, γι αυτό είπα, μια βλακεία που μου ήρθε στο μυαλό, ότι είμαι αλλεργικός, γιατί  δεν μπορούσα να φάω φιστίκια! Θα μου πεις τώρα τι έγινε, και που είναι η Μελίνα;
-Είπες ψέματα Μάνο αυτό έγινε. ΨΕΜΑΤΑ όσο για την Μελίνα, πήγαινε στην κουζίνα σου δες το μπολάκι με τα φιστίκια σου και κλάψε!
Έκλεισα το τηλέφωνο και πήγα στο σαλόνι,  είδα την Μελίνα να με κοιτάζει με ένα χαζό ύφος, το ουίσκι την  είχε κάνει  κομμάτια. Με κοίταζε αλλά δεν με έβλεπε. Ούτε που της έκανα κουβέντα για το τηλεφώνημα  και να έκανα την προσπάθεια δηλαδή να της πω χαμένη θα πήγαινε έτσι που ήταν . Το πρωί με τον καφέ, θα της έλεγα για την μικρή μου αταξία . Σηκώθηκε να φύγει, πήγε στην πόρτα, την σταμάτησα και όπως πάντα την πήγα στο κρεβάτι, την σκέπασα, της χάιδεψα τα μαλλιά και γύρισα στο σαλόνι. Δεν μπορούσα να το χωνέψω έχασε η Μελίνα τον έρωτα για ένα μπολ φιστίκια . Για ένα τόσο δα μικρό μπολάκι γεμάτο με ένα λευκό ψέμα .  
Το πρωί με τον καφέ της είπα ότι μίλησα με τον Μάνο,  όλη την κουβέντα που έκανα μαζί του. Με κοίταξε χαμογελαστή και μου είπε:
– Καινούργια μέρα σήμερα Κατερινάκι μου, χαμογέλα και ξέχνα. Πόνεσα αλλά πέρασε ήπιαμε και το μπουκάλι της λησμονιάς χτες Μάνος τέλος…. Υποχώρηση στο ψέμα δεν υπάρχει.
Άστραφτε το πρόσωπο της Μελίνας, δεν θα τον συγχωρέσει το ξέρω. Ένα ψέμα είναι πάντα ένα ψέμα ακόμα και αν είναι ένα μικρό λευκό ψεματάκι. Σηκώθηκε να φύγει και φτάνοντας στην πόρτα μου είπε:
-Καλημέρα φιλενάδα! Πάω στην δουλειά, αλλά πριν λέω να περάσω από μια κάβα να του στείλω κάνα δυο κιλά φιστίκια, να ‘χει να με θυμάται!

 

 

Maria Elena Davi  (Μαριαλένα  Δισακιά)



Επόμενο Άρθρο

Προηγούμενο Άρθρο

Θα χαρώ πολύ να γράφετε σχόλια που θα βοηθήσουν στην δημιουργία εποικοδομητικού διαλόγου. Τών παθών κρίσει καί ασκήσει περιγιγνόμεθα, πρότερον δέ ή κρίσις εστί. (Με την κρίση και την άσκηση κυριαρχούμε πάνω στα πάθη μας, μα η κρίση είναι το πρώτο). - Πλούταρχος

© 2024 Λόγια…Άνεμοι της Ψυχής