«Αιώνιο φθινόπωρο»
Κοιτώ έξω απ’ το παράθυρο της ζήσης μου με φρίκη.
Ένα αυθαίρετο χτίστηκε και μου ’κοψε όλη τη θέα.
Πότε ήρθε το σούρουπο
κι έστησε το σπίτι του στην αυλή μου;
Έμπηξε τα θεμέλια πάνω στο πηγάδι
και μέρα με τη μέρα ξεραίνεται ο τόπος.
Ακατάσχετη η φυλλορροή του δέντρου της ελπίδας.
Διψάω! Ξεράθηκε το στόμα μου,
τα σπλάχνα μου, οι αντοχές μου.
Σα νεκρά κύτταρα ξεκολλάν από πάνω μου οι στιγμές
και πέφτουν στο χώμα του παρελθόντος
με εκκωφαντικό θόρυβο.
Κλείνω τ’ αυτιά τρομαγμένη
σαν παιδί που μόλις ήρθε στον κόσμο.
Αυτό είμαι.
Ένα μεσήλικο βρέφος εγκαταλειμμένο
στα υγρά σκαλιά του φθινοπώρου της ζωής…
Λουλοπούλου Χρυσούλα
“Γεννήθηκα για ν’ αγαπώ, όχι για να μισώ.” (Σοφοκλέους, ‘Αντιγόνη’)