Δεν θα συνηθίσω
Δεν θα συνηθίσω, όχι αρνούμαι. Θυμάμαι την θεία μου να μου λέει:
«Εμείς κορίτσι μου είμαστε άλλη φάρα, δεν θα γίνουμε ποτέ σαν τους Αμερικάνους»
Την ρώταγα τί εννοεί, κάθε φορά η ίδια απάντηση:
«Έχουμε ανθρωπιά, έχουμε υψηλό το αίσθημα της αλληλεγγύης, νοιώθουμε πως είναι χρέος μας να βοηθάμε τον συνάνθρωπο, δεν γυρνάμε την πλάτη. Να θυμάσαι μόνο αυτό, ποτέ μα ποτέ να μη συνηθίσεις την μυρωδιά του θανάτου»
Εκείνη έφυγε, πριν από χρόνια, εμένα όμως τα λόγια της αντηχούν στο κεφάλι μου ακόμα.
Μπορεί να μου βάλαν μάσκα στην μύτη και στο στόμα, διπλή, με υψηλή προστασία, αλλά τις διαπερνά έντονα η μυρωδιά του θανάτου.
Δεν μπορώ να δεχτώ πως γίναμε οι άνθρωποι έτσι, πως κατάφεραν να μας κάνουν να ακούμε για τόσους θανάτους καθημερινά και εμείς να επαναλαμβάνουμε μόνο αριθμούς, χωρίς ένα δάκρυ. Θυμάμαι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να θρηνούν οι γνωστοί και άγνωστοι για τους 100+ νεκρούς από την πυρκαγιά στο Μάτι. Σήμερα; Σήμερα κάθε μέρα επανάληψη, σαν την μέρα της Μαρμότας. Όμως η σκατανθρωπιά έχει πια την τιμητική της. Βρίζουν νεκρούς, βρίζουν τους συγγενείς τους, κατηγορούν τους πάντες. Δύο στρατόπεδα που το ένα σιχτιρίζει το άλλο. Φυσικά νεκροί και από τα δύο στρατόπεδα. Κανείς δεν κατηγορείται για περιύβριση νεκρού.
Όμως οι νεκροί, έτσι για να στο θυμίσω, ήταν και εκείνοι άνθρωποι, όχι νούμερα στο χαρτί.
Πρωτόκολλα μπήκαν στην ζωή μας, αλλά τα χειρότερα είναι αυτά που μπήκαν στον θάνατο. Φεύγουν μόνοι τους οι άνθρωποι, μη βιαστείς να μου πεις πως κολλάει η νόσος, δεν μιλώ μόνο γι’ αυτούς. Ξέρεις. Όχι δεν θα το αναλύσω, σκέψου μόνο την μάνα που δεν μπορεί να είναι δίπλα στο παιδί της την ώρα που φεύγει η ψυχή του από καρκίνο, από ένα ατύχημα, από κόβιτ, από ότι μπορεί να του στερήσει την ζωή. Σκέψου και εκείνη που δεν έφυγε, αλλά και εκείνη που έφυγε από έναν άντρα και τελικά βρέθηκε να την αναφέρουν με ένα νούμερο, τα νούμερα, 15η , 16η γυναικοκτονία λένε, δεν λένε το όνομά της, δεν λένε το όνομα του δολοφόνου της και μάλιστα αυτού κρύβουν και προστατεύουν το πρόσωπο. Είχαν ονόματα, είχαν γονείς, είχαν και παιδιά.
Αχ τα παιδιά. Αυτά που έχουμε αποθέσει την ελπίδα μας για το μέλλον. Δες. Τρομάζω στην εγκληματικότητα αυτών των παιδιών. Επτάχρονος με μαχαίρι, κορίτσι σβήνει το τσιγάρο στο μάτι της φίλης της, έφηβος με σιδερογροθιά κακοποιεί τον συμμαθητή του. Ποτέ δεν φταίνε τα παιδιά, μη με ρωτήσεις ποιος φταίει, πήγαινε μπροστά σε ένα καθρέπτη. Εμείς φταίμε, ακόμα και εγώ που δεν έχω παιδί φταίω! Τα παιδιά αυτοκτονούν. Είναι εκείνα τα παιδιά που στερήθηκαν ένα χέρι να πιαστούν. Τα παιδιά πεθαίνουν, είναι εκείνα τα παιδιά που το χέρι που έπρεπε να τα αγκαλιάσει τα κακοποίησε μέχρι θανάτου. Τα παιδιά που πεθαίνουν στα παγωμένα μονοπάτια, είναι εκείνα τα παιδιά που θυσιάστηκαν για να ζήσουν οι άλλοι. Τα παιδιά εγκαταλείπονται στα πάρκα από γονείς που δεν έχουν να τα ταΐσουν. Το αύριο είναι εδώ και μάλιστα στην πιο ζοφερή μορφή του.
Φόρα τη μάσκα σου, υψηλής προστασίας, να μην περνά η μυρωδιά του θανάτου, άλλωστε δεν είναι του δικού σου για να ασχοληθείς. Είναι της κατσίκας του γείτονα…
Δισακιά Μαριαλένα
Γεννήθηκα στην Αθήνα και από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου γράφω, όπως οι περισσότεροι από εμάς. Αγαπώ την γραφή. Εκφράζω όλα μου τα συναισθήματα. Γράφω παντού εκτός από το σπίτι μου. Συνήθως στα Μ.Μ.Μ , σε καφετέριες, πάρκα ακόμα και καταμεσής του δρόμου. Περισσότερο γράφω στην θάλασσα με την ελευθερία που προσδίδει.