Επιστροφή του οικείου
Επιστροφή του οικείου,
του από καιρό ξεχασμένου.
Το μυαλό μου γίνεται θρύψαλα
Εναλλασσόμενες εικόνες του χθες
και του σήμερα αιμορραγούν
Ψάχνω το συναίσθημα που άφησα εκεί…
πίσω από το γεμάτο ράφι και
η σκόνη μπαίνει στα μάτια
κάνοντας τα να δακρύζουν
μη κατανοώντας αν αυτό είναι καλό ή όχι
άλλωστε ποιός νοιάζεται πια γι’ αυτό
Μια άγνωστη γλώσσα αντηχεί στ’ αυτιά μου ,
όμως την καταλαβαίνω
Την ήξερα κάποτε, δεν αναρωτιέμαι,
είμαι σίγουρη
Θέλω να τραγουδήσω
σε αυτή την ξένη γλώσσα
μα ρόδια βγαίνουν στον αέρα,
είναι μπλε και πράσινα,
δεν ξέρω αν υπάρχουν τέτοια ρόδια
και σε κάποιον άλλο κήπο
ή μόνο στον δικό μου
Ένας αυλός κλαίει μαζί μου,
μα τα πόδια διαφωνούν και χορεύουν
Είναι καταχείμωνο,
παρ’ όλα αυτά, ούτε σύννεφα έχει μέσα ούτε κρύο,
μια ζέστη, φωτιά με καίει
κάθε που ακούω το χτύπο του μυαλού
εκείνου που χάνεται στο βάθος της λήθης
Δεν μιλώ δυνατά,
δεν κλαίω γοερά,
δεν περπατώ γρήγορα
είναι τόσο όμορφη η πορεία αυτού του ταξιδιού
και εγώ απολαμβάνω κάθε στάλα αλμύρας
κάθε σκέψη
Δεν θέλω να μιλήσω
για την μεγάλη προδοσία που μου έκαναν.
Θέλω να πάρω το άλογο αυτό και να κατέβω την λεωφόρο
Δισακιά Μαριαλένα
Γεννήθηκα στην Αθήνα και από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου γράφω, όπως οι περισσότεροι από εμάς. Αγαπώ την γραφή. Εκφράζω όλα μου τα συναισθήματα. Γράφω παντού εκτός από το σπίτι μου. Συνήθως στα Μ.Μ.Μ , σε καφετέριες, πάρκα ακόμα και καταμεσής του δρόμου. Περισσότερο γράφω στην θάλασσα με την ελευθερία που προσδίδει.