Καθισμένη
στα σκαλοπάτια των αιώνων
αγναντεύω τη ζωή
Ποτάμι
να κυλάει το νερένιο του κορμί
μέσα απ’ του κόσμου
τις πεδιάδες
Χείμαρρος άγριος
να παρασέρνει τη σοδειά
Δύναμη ζωοδότρα
τη γη τη στέρφα
να καρπίζει
Γαλάζια θάλασσα
ήρεμη και γαλήνια
να ταξιδέψουν τα καράβια
σε απάνεμο λιμάνι
να αράξουν
Κι άλλοτε
κύματα πελώρια
να πνίξουν τις βαρκούλες
που ξεγελάστηκαν
και βγήκαν στ’ ανοιχτά
Πλανεύτρα η μουσική της
από λυγμούς
πλεγμένοι οι στίχοι
του άσματος της
τ’ αυτιά χαϊδεύουν
όσων τη λύτρωση ικέτεψαν
Ξέφρενη καβαλλάρισα
τον κίνδυνο αγνοεί
και στο γκρεμό καλπάζει
Σάλτο αδίστακτο ,
θριαμβικό
με ιαχές πολέμου
τον φόβο κρύβει
Τσακίζει και τσακίζεται
Ή αμαζόνα στιβαρή
σφιχτά κρατάει το χαλινάρι
περήφανη ,
την άγρια ομορφιά της
περιφέρει
χλευάζοντας
τους τρομαγμένους σκλάβους της
Σαλώμη μ’ εφτά πέπλα
με ερωτικούς χορούς
μοιράζει υποσχέσεις
Σύζυγος κι ερωμένη
σ’ άλλα κρεβάτια
το κορμί προσφέρει απλόχερα
την ηδονή της σ’ άλλα
πεισματικά αρνείται
Εγώ κι εκείνη
άσπονδες φίλες
το χέρι της
κουνά από μακρυά
χαιρετισμό μου γνέφει
Πλησιάζει
και μες στην αγκαλιά της
με τραβά
Εδώ και χρόνια
μου χρωστούσε ένα φιλί.
Δες το βίντεο του ποιηματος εδώ.
13-3-2018
Σοφία Κοντογεώργου
Είμαι η Σ….Κ….
Η ποίηση υπήρξε το καταφύγιό μου . Ώσπου ξεμάκρυνα και χάθηκα .
Για χρόνια περιπλανήθηκα στους δρόμους .
Με βρήκε με περιμάζεψε και μου πρόσφερε στέγη . Ξαναβρήκα το καταφύγιό μου .