Παγκόσμια ημέρα σήμερα για τα λόγια του αέρα , της ποίησης.
“Έπεα πτερόεντα” : Φτερωτά λόγια, φράση που την πρωτοσυναντάμε στην Ιλιάδα του Ομήρου. Η έκφραση βασιζόταν στην αντίληψη πως τα λόγια είναι αέρας και πετούν. Η ποίηση μεταφέρονταν από στόμα σε στόμα , τα λόγια είχαν φτερά και πετούσαν. Έτσι ακολούθησε η φράση αργότερα «λόγια του αέρα».
Αυτά που μας ταξιδεύουν μας δίνουν ανάσες, ανασαιμιές, πόνο, εικόνες, δράμα, γέλιο, έρωτα. Έπεα πτερόεντα που σαν τα πεις τα παίρνει ο αέρας, αλλάζει το νόημά τους από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά και χαρακτηρίζουν λόγους ανθρώπων που δεν έχουν και πολύ σημασία.
Η μέρα ποίησης προτάθηκε από τον ποιητή Μιχαήλ Μήτρα το 1997. Υιοθετήθηκε το 1998 από τον τότε πρόεδρο της εταιρίας συγγραφέων Κωσταντίνο Στεργιόπουλο. Την όρισαν 21 Μαρτίου , μια μέρα μετά την ισημερία με πρόταση της Λύντιας Στεφάνου. Είναι η ημέρα που σκοτάδι και φως μοιράζονται όπως και στην ποίηση η αισιοδοξία με το σκοτεινό πένθος. Το 1998 ανακηρύχθηκε Παγκόσμια ημέρα ποίησης από την UNESCO με την προτροπή του τότε πρέσβη Της Ελλάδος Βασίλη Βασιλικού.
Ρώτησαν την Κική Δημουλά κάποτε « Τι είναι ποίηση;» και εκείνη απάντησε :
‘’Ρωτήστε τη σοφή την άγνοια. Είναι από τα πιο επηρμένα μυστήρια, τα πιο αχανή, και μόνο ικανοποίηση στις παρομοιώσεις δίνεις, αν πεις ότι η ποίηση είναι ένα μείγμα εύγευστων δηλητηρίων σε χρυσά δελεαστικά ποτήρια, ή ότι είναι ο πειρασμός, ο δαίμονας που μπαίνει ξαφνικά στο σώμα του κανονικού, προκαλώντας ένα σεληνιασμό γόνιμο, ή ακόμα ότι είναι ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων που υποφέρουν μέσα μας, είτε ως ανικανοποίητα είτε ως προδομένα…’
Δισακιά Μαριαλένα
Ας αφιερώσουμε λίγο χρόνο να θυμηθούμε κάποιους στίχους από αγαπημένους μας ποιητές.
Ποιητική
Προδίδετε πάλι την Ποίηση, θα μου πεις,
Την ιερότερη εκδήλωση του Ανθρώπου
Τη χρησιμοποιείτε πάλι ως μέσον, υποζύγιον
Των σκοτεινών επιδιώξεών σας
Εν πλήρει γνώσει της ζημιάς που προκαλείτε
Με το παράδειγμά σας στους νεωτέρους.
– Το τι δ ε ν πρόδωσες ε σ ύ να μου πεις
Εσύ κι οι όμοιοί σου, χρόνια και χρόνια,
Ένα προς ένα τα υπάρχοντά σας ξεπουλώντας
Στις διεθνείς αγορές και τα λαϊκά παζάρια
Και μείνατε χωρίς μάτια για να βλέπετε, χωρίς αυτιά
Ν’ ακούτε, με σφραγισμένα στόματα και δεν μιλάτε.
Για ποια ανθρώπινα ιερά μάς εγκαλείτε;
Ξέρω : κηρύγματα και ρητορείες πάλι, θα πεις.
Ε ναι λοιπόν! Κηρύγματα και ρητορείες.
Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις
Να μην τις παίρνει ο άνεμος.
Μανόλης Αναγνωστάκης
∫
VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα
Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περπατάς στο νερό
και μισή να σε κλαίω μες στον παράδεισο.
Οδυσσέας Ελύτης ‘’Μονόγραμμα’’
∫
Πρέβεζα
Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και τα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες, που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.
Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μες στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει
για να ζυγίσει μια ”ελλιπή” μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι,
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ’ ακούσουμε την μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
”Υπάρχω;” λες, κ’ ύστερα ”δεν υπάρχεις!”
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία…
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.
Κώστας Καρυωτάκης
∫
Εισιτήριο
Το εισιτήριο Νάναι σα νάμουν έτοιμος. Και νάναι
σαν νάχω χάσει το εισιτήριο. Οι κάβοι
ν’ αφροκοπάν, κι οι αφροί να το κουνάνε
μέσ’ στους καπνούς του –όρνιο– ένα καράβι.
Κι εγώ να ψάχνουμαι εδώχάμω. Και όλο-όλο …
το ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ… να λέω συντρόφοι ωραίοι!…
Και να μην έρχεται μια βάρκα έως το μώλο,
να μην φαινώνται πουθενά οι βαρκαρέοι…
Οι βαρκαρέοι!… Το εισιτήριο!… Να τρέμει
–ζαγάρι εντός μου– η Χαλκίδα και τα όρη.
Κι εκεί να τόχουν συνεπάρει οι ανέμοι
μετέωρο –μες στις αχλές του– το βαπόρι…
Ω διάολε!… Όλα νάχουν χαθεί και νάχουν πάει
κι οι ανθρώποι δραπετεύσει από τους τόπους,
κι αυτό το πλοίο να τραβάει και να τραβάει
χωρίς μηχανικούς, χωρίς ανθρώπους…
Και χωρίς φώτα. Ακυβέρνητο!
Και όλο να χλιμιτράει στο χάος. Κι ως θα κλαίω
–κιόλας να ψάχνουμαι, να ψάχνουμαι στο μώλο
κι όλο για κείνο το εισιτήριο να λέω…
Γιάννης Σκαρίμπας
∫
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
‘μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κι έτσι γλυκά πεθαίνω.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
Μαρία Πολυδούρη
∫
Ελένη
Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης∙
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φούσκωναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου;
Αηδόνι αηδόνι, αηδόνι,
τ’ είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ’ ανάμεσό τους;
«Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουν να κοιμηθείς στις Πλάτρες.»
Γιώργος Σεφέρης
∫
Σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι
Σε ενοχοποιούν
όχι τόσο οι πράξεις σου
σε ενοχοποιούν οι σκέψεις
οι σχέσεις σου
κάτι χαμόγελα που έσβησες
κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς
σχεδόν ηλιοβασίλεμα.
Σε ενοχοποιεί η αθωότητά σου
και αυτά που της χρωστάς.
Κάτι λάθη
και κάτι πάθη.
Και έτσι είσαι ζωγραφισμένος
σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει
δε μιλάει
ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη.
Εσύ Τζιμάκο, πήγες
θα’ φαγες ραδίκια
αλλά τώρα κανείς σας δεν είναι…
Κόμπος πατέρα…
Κι εγώ βρούβες και βρούβες και βρούβες.
Και πάλι μάσησα
πως έχω εσάς
να μην κλαίω – και ούτε ΑΝΑ-σφάλειες.
Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.
Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;
Κατερίνα Γώγου
Γεννήθηκα στην Αθήνα και από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου γράφω, όπως οι περισσότεροι από εμάς. Αγαπώ την γραφή. Εκφράζω όλα μου τα συναισθήματα. Γράφω παντού εκτός από το σπίτι μου. Συνήθως στα Μ.Μ.Μ , σε καφετέριες, πάρκα ακόμα και καταμεσής του δρόμου. Περισσότερο γράφω στην θάλασσα με την ελευθερία που προσδίδει.
Ανώνυμος 21 Μαρτίου 2018
ΥΠΕΡΟΧΗ ΣΕΛΙΔΑ
Μαριαλένα Δισακιά 21 Μαρτίου 2018 — Συντάκτης άρθρου
Σας ευχαριστώ πολύ!