Σε είδα!
Ήλθες ξανά. Έχεις θαρρώ ένα μυστήριο τρόπο να εμφανίζεσαι…. Να είσαι εδώ και ταυτόχρονα πουθενά! Να είσαι στη ζωή μου και παράλληλα να μην είσαι! Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό…πάλι βλακείες γράφω! Δε θα το διαβάσεις εξάλλου κι έτσι τι νόημα έχει να γράφω σοβαρά. Απλώς προσπαθώ να διασκεδάσω λίγο τη μοναξιά μου. Το δωμάτιο είναι κρύο, σκοτεινό και σχεδόν άδειο…Όχι από πράγματα. Ούτε από αναμνήσεις. Άδειο από έρωτα, από ζωή. Σου έχω πει ποτέ ότι ο έρωτας είναι η ζωή; Δεν θυμάμαι πια μέσα σε τόσα που σου έχω πει. Κάποτε έγραφα για να με ακούσουν, γιατί δε μου άρεσε να μιλάω. Τώρα γράφω απλά για να γράψω. Δεν ξέρω πια αν θέλω να με ακούν. Δεν ξέρω αν θέλω να με καταλαβαίνουν. Όχι! Ποιος μπορεί να καταλάβει αυτό που ζήσαμε; Ποιος μπορεί να νιώσει αυτά που νιώσαμε μέσα σε δευτερόλεπτα; Ποιος μπορεί να εξηγήσει αυτή την ένωση, αυτό το καλειδοσκόπιο συναισθημάτων που συμβαίνει όταν δυο ψυχές αντικρύζουν η μια την άλλη και θυμούνται! Ναι… θυμήθηκα! Εγώ αμέσως. Εσύ λίγο αργότερα. Και απλά συνεχίζεται από τότε. Κουβέντες που δεν ειπώθηκαν ποτέ όχι από φόβο των λέξεων. Αλλά γιατί απλά δεν προλάβαμε. Περιμέναμε βλέπεις την κατάλληλη στιγμή. Την κατάλληλη ευκαιρία. Μια ευκαιρία που δεν ήλθε ποτέ. Μια στιγμή που μας την έκλεψαν.
Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που βρεθήκαμε με κάθε λεπτομέρεια. Εκείνο το βλέμμα που έλεγε ‘’Θέλω να πάρω’’ και το δικό μου που έλεγε ‘’θέλω να δώσω γιατί μόνο έτσι υπάρχω!’’ Δε ζητούσες τίποτα και ταυτόχρονα ζητούσες όλο τον κόσμο. Εάν είχα τον τρόπο να κατεβάσω τα αστέρια και να σου τα βάλω στα μαλλιά σου θα το έκανα. Εάν μπορούσα να μπω μέσα στο νου σου και να σβήσω για πάντα μέσα σε μια στιγμή, ό,τι σε πονάει θα το έκανα! Αλλά ξέρω ότι δε μπορώ. ‘’ας είναι…’’ μου είπες. ‘’Φτάνει που προσπαθείς!’’ Σε ρώτησα τι ζητάς και ξαφνιάστηκα όταν όσα άκουσα ήταν το δικό μου όνειρο. Και κάπως έτσι….γίναμε μια αγκαλιά. Μια αγκαλιά και ένα φιλί…ένα φιλί συνεχόμενο που κρατάει αμέτρητες ζωές. Και θα κρατήσει κι άλλο. Και ενώ δεν υπήρχε ελπίδα, θέλησα να τη δημιουργήσω. Και σου φώναξα ‘”Θα έλθω ξανά κοντά σου!” “Δε θέλω!” μου απάντησες και φυσικά ήταν ψέμα! Αν γαμώτο είχα το θάρρος …. Αν ερχόμουν ξανά…. αν δε σε άκουγα…τι θα γινόταν τότε; Ήθελα τόσο πολύ να μη σε ακούσω! ΄Ήθελα να έλθω εκεί και να σε κλέψω ! Μα δεν το έκανα! Έχω βλέπεις την τάση να θέλω να είναι οι άλλοι καλά! Και εγώ; Που είμαι εγώ; Τι είμαι εγώ; Ποιος είμαι εγώ; Αλλά τη σημασία έχει! Ήλθες ξανά. Είσαι εδώ! Σχεδόν μπορώ να σε αγγίξω και είναι σαν τότε, σαν πάντα. Λες και δεν έφυγες ποτέ! Η τρεμάμενη φωνή σου είναι ακόμα τόσο γλυκιά. Τόσο παιδική και τόσο αθώα που νομίζω ότι πολλές φορές μιλάω πραγματικά σε ένα παιδί. Τώρα λοιπόν που ήλθες θα σου τα πω! Όλα όσα δεν πρόλαβα. Σε αγαπάω που να με πάρει! Θέλω να κοιμάμαι και να ξυπνάω μαζί σου! Να κάνω όνειρα και να τα κυνηγάω μαζί σου…Σαν τα πουλιά με μια σφεντόνα. Μόνο που το δικό μας πουλί δε μπορεί να πεθάνει! Όχι το δικό μας πουλί είναι αθάνατο. Το λένε στιγμή! Δε γνωρίζει θάνατο μόνο ζωή! Δεν ξέρει από αντίο.. Μόνο από καλωσορίσματα! Είναι χρυσό, όπως το φως που βγαίνει από μέσα σου. Ένα φως που το δείχνεις μόνο σε μένα. Λες και δεν πρέπει κανένας άλλος να το δει. Και είμαι τόσο τυχερός….γαμώτο τόσο τυχερός που το βλέπω ακόμα. Τι έλεγα;
Α ναι! Για το πουλί! Το πουλί αυτό είναι διαβατάρικο. Δεν έχει πόδια και έτσι δε μπορεί να σταματήσει να ξαποστάσει κάπου. Έτσι μόνο πετάει! Λες και είναι γραφτό μόνο να πετάει αιώνια. Εσύ είσαι αυτό το πουλί που να πάρει! Εσύ είσαι! Μόνο εσύ. Θα ήθελα τόσο να είμαι σαν και σένα ώρες ώρες. Να σε πάρω από πίσω και να σε ακολουθώ αιώνια. Μα έλα που εγώ έχω πόδια. Έτσι είναι γραφτό να συναντιόμαστε, να καλωσοριζόμαστε και μετά να λέμε αντίο! Όχι για πάντα. Αντίο μέχρι την επόμενη στιγμή! Γελάς; Θέλω κι άλλα να σου πω…. Κράτα το υπέροχο γέλιο σου για μετά! Θέλω να σου πω ότι τα παιδιά δε βλέπουν μόνο εφιάλτες. Για την ακρίβεια δε βλέπουν ποτέ εφιάλτες συνειδητά. Οι μεγάλοι τους κάνουν να βλέπουν…Τα παιδιά βλέπουν όνειρα. Όνειρα που τα κυνηγούν. Που δεν τα αφήνουν να πεθάνουν. Γιατί γνωρίζουν τον τρόπο! Κι εσύ τον γνωρίζεις….
Πετάς μέσα στο δωμάτιο και μου μιλάς. Μου μιλάς και λάμπεις. Το δωμάτιο γέμισε! Δε νιώθω πια μόνος! Ακούω το γέλιο σου. Τη φωνή σου. Με αγγίζεις και χάνομαι! Ξαφνικά το φως που είχε γεμίσει όλο το δωμάτιο αρχίζει να σβήνει…. αρχίζει να χάνεται και έτσι χάνεται και λίγο λίγο η μορφή σου! Ξεθωριάζει! Γίνεσαι εσύ ξανά…. Παίρνεις τη μορφή που λάτρεψα περισσότερο. Τη μορφή που αγκάλιασα. Που φίλησα, που αγάπησα και αγαπώ ακόμα και θα αγαπώ για πάντα! ‘’Ναι σε αγαπώ! Γιατί γελάς; Τι σου φαίνεται τόσο αστείο; Δε μπορείς τάχα να αγαπηθείς; Μήπως το θέλησες και ποτέ; Μήπως το άφησες να συμβεί; Έρχεσαι πιο κοντά. Με αγκαλιάζεις. Το σώμα μου τρέμει. Και το δικό σου. Το σώμα μου στο σώμα σου. Τα χείλη σου στα χείλη μου! Δε μιλάς. Μόνο φιλάς. Καλύτερα όμως, γιατί οι λέξεις δεν έχουν αξία σε τέτοιες στιγμές. Οι λέξεις λένε ψέματα! Το φιλί ποτέ! Μα μια σκέψη περνάει από το μυαλό μου: “μήπως με φιλάς απλά για να μου κλείσεις το στόμα; Να σταματήσεις να με ακούς;” Μα τη ηλίθια σκέψη! Αφού σου αρέσει η φωνή μου. Τώρα έχουμε γίνει ένα. Όλο το δωμάτιο μια αγκαλιά! Όλο το δωμάτιο γέμισε με φως. Πόσο θα μείνεις άραγε αυτή τη φορά; “Όσο θέλω” μου λες. Μα βέβαια όσο θέλεις. Αρκεί να έρχεσαι. Τα δάκρυα κυλούν στο μάγουλο μου. Γιατί ξέρω ότι η ζωή είναι το τώρα μόνο. Πώς να καταδικάσω όμως το “τώρα” που ζήσαμε τότε; Πώς να το ξεχάσω. Φοβάσαι κι εσύ αυτό που φοβάμαι κι εγώ! Γι αυτό είμαστε μόνοι, ΑΚΟΥΣ; Όχι δεν ακούς! Αρχίζεις να βγάζεις πάλι φτερά και πετάς. Αρχίζεις να απομακρύνεσαι και το δωμάτιο άδειο και κρύο ξανά! Βρέχει…λες και όλο το σύμπαν πενθεί αυτό που πρόκειται να συμβεί. Σε κοιτάω καθώς πετάς από το παράθυρο και απομακρύνεσαι…. δε μπορώ να σε χάσω! Όχι πάλι! Κλαίω και ξαφνικά ακούω από μακριά τη φωνή σου να μου λέει “γιατί κλαις; Αφού για εμάς δεν υπάρχει αντίο. Μόνο καλωσόρισμα!”
“Σωστά αγάπη μου σωστά! Είναι που απλά βαρέθηκα να φεύγεις…. όχι να έρχεσαι. Να φεύγεις! Βαρέθηκα ακούς;” Βαρέθηκα να φεύγεις… Η μήπως εγώ έφυγα τελικά; κλείνω τα μάτια και όλα σβήνουν. Θέλω να κοιμηθώ. Θέλω τόσο να πολύ να κοιμηθώ και να σε ονειρευτώ ξανά. Και όταν ξυπνήσω να είσαι δίπλα μου! Θα περιμένω μόνο γύρνα! Με ακούς; Έχουμε κι άλλα να πούμε! Έχω κι άλλα να σου πω! Γύρνα. Και μέχρι το επόμενο καλωσόρισμα θα βρω τον τρόπο να κατεβάσω τα καταραμένα τα αστέρια και θα σου τα βάλω στα μαλλιά. Και θα βρω τον τρόπο να σβήσω για πάντα της αναμνήσεις σου και θα αφήσω μόνο μια. Τη στιγμή που ονειρεύτηκες και ένιωσες για λίγο ελεύθερη! Ξημερώνει και ποια άλλη λέξη να πω…. αφού και το μελάνι με πρόδωσε, για αυτό θα πω καληνύχτα και αντίο! Μην έλθεις ξανά…εγώ θα έλθω. Τώρα πια μπορώ!
Αθανάσιος Βύνιας