Στέλεχος επιχειρήσεων
Παρασκευή πρωί
λίγο πριν την ανάπαυλα του Σαββατοκύριακου..
Η λιακάδα του Νοέμβρη τρυπώνει στο κτίριο και τον ζεσταίνει.
Το μεσημέρι θα συννεφιάσει πάλι,
θα μαυρίσει ο Υμηττός, θα κάνει πως βρέχει λίγο
και μετά θα σκοτεινιάσει νωρίς με την υγρασία να σκεπάζει την πόλη.
Χειμωνιάζει, η ώρα άλλαξε κι αυτός νύχτα μπαίνει στο γραφείο
και νύχτα βγαίνει απ’ αυτό.
Βλέπει τη μέρα και τη ζωή να περνούν βιαστικά,
όπως τα λεωφορεία και τα ταξί στη Μεσογείων
μέσα από το διπλό τζάμι,
απ’ το ζεστό καλοπληρωμένο κλουβί των 2Χ2.
Όταν τελειώσει με το χαρτομάνι
οι οθόνες θα έχουν σβήσει και τα ποντίκια θα είν’ ακίνητα.
Το τηλέφωνο θα έχει πάψει να κουδουνίζει
και οι καφέδες θα έχουν τελειώσει..
(πικρή γεύση του άφησαν στο στόμα
όπως τα λόγια του αφεντικού..)
Ανοίγει το παράθυρο και τρίβει τα κουρασμένα μάτια ..
ο δρόμος μπαίνει στο κτίριο θορυβώδης
και μαζί το εσπερινό αεράκι.
Ένα γράφημα πωλήσεων
κυματίζει ως σημαία πρόσκαιρης επιτυχίας..
(να θυμηθεί να του καρφώσει μια πινέζα)
Ένα γραφείο με άδειες ψυχές
αλλά πολλά χαρτιά και μολύβια και μια κορνίζα στη γωνία:
η οικογένεια που του γελά και του θυμώνει μαζί
για το χρόνο που δεν της χάρισε.
Το σακάκι ασήκωτο στους ώμους,
τους ώμους τους αγύμναστους..
ο χαρτοφύλακας στο χέρι, τα κλειδιά στη τσέπη
και το κινητό να καλεί:
“Έρχομαι, δεν θα αργήσω!”
Θανάσης Κρεμασμένος
- Γεννήθηκα στο Περιστέρι και πλέον μένω στο Βραχάτι. Πολυεθνικάριος για 30+ χρόνια, έβρισκα διέξοδο στη μουσική, τα ταξίδια και το διάβασμα. Δυστυχώς διαβάζω λιγότερο από όσο θέλω και θυμάμαι ακόμα λιγότερο. Αν εντοπίσετε στις μικρές μου ιστορίες κάτι γνώριμο, δύο τινά συμβαίνουν : α) το ασυνείδητο υποσυνείδητο μου ( που συχνά-πυκνά με εκπλήσσει συνήθως αρνητικά) έκανε λογοκλοπή ή β) έχετε ζήσει παρόμοιες ιστορίες σε κάποια φάση της ζωής σας. Πήρα το θάρρος να εκτεθώ γιατί οι φίλοι μου λένε πως γράφω συμπαθητικά και γιατί όσο μεγαλώνω θυμάμαι παλιές ιστορίες. Την κατανόηση σας παρακαλώ!