Λόγια...Άνεμοι της Ψυχής

ΜΑΡΙΑΛΕΝΑ ΔΙΣΑΚΙΑ

Η ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ – Ομιλία Σταμάτη Γαλάνη

 

Η ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ / ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΑΜΑΤΗ ΓΑΛΑΝΗ

 

Μιλώντας κανείς για το νέο βιβλίο της Μαριαλένας Δισακιά, η ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ, δεν γίνεται να μην υποπέσει στον πειρασμό να ατενίσει τα βαθύτερα μηνύματα του πονήματος της, και να προσεγγίσει τις έννοιες της μητρότητας, της γέννησης της ζωής, της εγκατάλειψης, της μοναξιάς, της ενδο-οικογενειακής βίας, της βίας εναντίον των γυναικών, την σαθρότητα του κράτους-πρόνοιας, και πολλά ακόμα φλέγοντα ζητήματα, τα οποία τεχνηέντως εμφανίζονται και ξεδιπλώνονται μέσα στην εξαιρετικά ευανάγνωστη, και ιδιαίτερα ωφέλιμη πλοκή για τους αναγνώστες του βιβλίου της.

 

Η σπουδαιότητα της σχέσης του παιδιού με τον γονέα μας είναι γνωστή από αιώνες. Παρατηρείται μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι και έχουν λογικό το οποίο και (μάλλον) καθορίζει τις πράξεις τους, και μεταξύ των ζώων, τα οποία έχουν έμφυτο ένστικτο, το οποίο με την σειρά του καθορίζει τις πράξεις τους. Μόλις πρόσφατα, τα τελευταία έτη, ο άνθρωπος προσπαθεί να καταλάβει το «τελευταίο οχυρό», όπως πολλοί επιστήμονες το ονομάζουν, και αυτό είναι το ανθρώπινο συνειδητό. Ο εγκέφαλος, βρίσκεται κάτω από το ανθρώπινο μικροσκόπιο, και πλέον αυτό φαίνεται να μας χαρίζει, κάποια από τα εφτασφράγιστα μυστικά του. Αναφορικά με την σχέση γονέα και παιδιού, και φυσικά στην σημερινή μας περίσταση, μάνας και παιδιού, ο παγκοσμίου φήμης επιστήμονας, εγκεφαλολόγος και νευροχειρουργός, Jay Lombard μας εξηγεί: Με τον δεσμό γονέα-παιδιού, μια νευρολογική διεργασία συντελείται στο βρέφος. Όταν ένα βρέφος κοιτάζει τον μάνα του στα μάτια, η δεξιά πλευρά του εγκεφάλου του αποτυπώνει μείζονος σημασίας κοινωνικές πληροφορίες για την εικόνα του ανθρώπου που βλέπει και για το αν μπορεί να τον εμπιστευτεί. Όταν ο γονέας κοιτάζει και αυτός το παιδί, πρωταρχικά η δεξιά πλευρά του εγκεφάλου του επεξεργάζεται το βλέμμα, το οποίο του δίνει γαλήνη και του δημιουργεί το αίσθημα της φροντίδας και της ανατροφής. Σε μια ιδανική κατάσταση σύναψης, και ο γονέας και το παιδί χρησιμοποιούν τις ικανότητες του δεξιού εγκεφάλου με σκοπό να διαμορφώσουν ένα δεσμό και να ξεκινήσουν μια εφόρου ζωής, σχέση κατανόησης και εμπιστοσύνης». Ο ψυχολόγος – φιλόσοφος Alfred Adler, στο έργο «Αγάπη» προσθέτει ότι «η μητέρα παίζει έναν πάρα πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή του μωρού, καθώς αυτό εξαρτάται ολοκληρωτικά από αυτή. Η μητέρα δίνει στο μωρό της την πρώτη επαφή με ένα άλλο ανθρώπινο ον, το πρώτο ενδιαφέρον για κάποιον άλλο εκτός του εαυτού του. Η μητέρα είναι η πρώτη γέφυρα προς την κοινωνική ζωή και το μωρό που δεν θα μπορούσε να κάνει καμία σύνδεση με τη μητέρα του, ή κάποιο άλλο ανθρώπινο ον που θα έπαιρνε τη θέση της, θα χανόταν. Από διαφορετική σκοπιά, πνευματικού επιπέδου, ο Άγιος Πορφύριος, στο βιογραφικό του έργο «Βίος και Λόγοι», καταγράφει τα ακόλουθα: «Το έμβρυο ακούει και αισθάνεται μέσα στη κοιλιά της μητέρας του. Ακούει και βλέπει με τα μάτια της μητέρας του. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις και τα συναισθήματα της, παρόλο που ο νους δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μητέρας, σκοτεινιάζει και αυτό. Νευριάζει η μάνα, νευριάζει και αυτό. Ό,τι αισθάνεται η μητέρα, λύπη, πόνο, φόβο, άγχος τα ζει και αυτό. Αν η μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπάει, αυτό το αισθάνεται και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, που το συνοδεύουν σ ’όλη του την ζωή. Το αντίθετο συμβαίνει με τα άγια συναισθήματα της μάνας. Όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη για το έμβρυο, τα μεταδίδει σε αυτό μυστικά, όπως συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά»

 

Φυσικά, δεν θα πρέπει εδώ να ξεχνάμε και τον ρόλο του πατέρα ή την έννοια της πατρότητας, μια σχέση η οποία ξεκινά από την στιγμή που ο πατέρας κρατήσει το βρέφος στα χέρια του, και όπως μας εξηγεί επιπρόσθετα ο Jay Lombard:  «Ένας άνδρας γίνεται πατέρας, με την πλήρη έννοια της πατρότητας, όταν κρατήσει το παιδί του στην αγκαλιά του. Ευρισκόμενο στην αγκαλιά του άνδρα, το παιδί γνωρίζει ότι έχει κάποιον που θα αναλάβει την ευθύνη της ευημερίας του, και ο εγκέφαλος του άνδρα «συν-δημιουργεί» τον ρόλο του. Δεν είναι απλώς ένας βιολογικός γεννήτορας – είναι πατέρας»

 

Είναι προφανές ωστόσο, ότι αυτή η υπέροχη σχέση γονέα και βρέφους, μητέρας και παιδιού, δεν μπορεί να προσεγγιστεί μονάχα επιστημονικά, μα κάθε άλλο, κυρίως αισθαντικά και ποιητικά. «Μαμά, μόλις σκότωσα έναν άνθρωπο», φωνάζει με απελπισία και απόγνωση ο Freddie Mercury στο Bohemian Rapsody και συνεχίζει «Μαμά, δεν θέλω να πεθάνω, κάποιες φορές καλύτερα να μην είχα γεννηθεί ποτέ». Στο «Mother love», ο ίδιος καλλιτέχνης σκέφτεται με στοργή τον σύντροφο του και του ομολογεί ότι «δεν χρειάζεται πλέον έρωτα, δεν χρειάζεται πλέον πάθος – το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιον να βρίσκεται πλάι του, αυτήν την ανακούφιση και το νοιάξιμο, να γνωρίζει ότι ο άνθρωπος του, του εξασφαλίζει πραγματική, γλυκιά και συμπονετική, «μητρική», όπως λέει εύστοχα, «αγάπη». Στο «Mommy blue», το οποίο και είναι ένα επιπλέον πασίγνωστο άσμα, ο δημιουργός Hubert Giraud αναρωτιέται, αφού «περπάτησε σε όλους τους δρόμους της ζωής, μέσα από κουραστικές ημέρες, και μοναχικές νύχτες – τώρα δίχως την μητέρα στο πλευρό του, πως τελικά θα επιβιώσει

 

«Ο κόσμος θα ήταν ένα φρικτό γεγονός χωρίς τα νεογέννητα παιδιά, που φέρνουν μαζί τους την αθωότητα και την ελπίδα για περεταίρω βελτίωση του ανθρώπου» μας λέει ο μεγάλος στοχαστής John Raskin, μέσα στο «Ημερολόγιο Σοφίας», του Λέοντος Tolstoy. Αυτό το «παγκόσμιο» μυστικό, δεν φαίνεται σήμερα να το γνωρίζουν πολλοί. Το γνωρίζει ωστόσο, η βασική ηρωίδα, δημιούργημα ή και alter ego, της φίλης συγγραφέως Μαριαλένας Δισακιά, μέσα στο βιβλίο που σήμερα έχουμε την χαρά να μιλήσουμε και να χαρούμε όχι μόνο για την ύπαρξη του, αλλά και για τα μηνύματα, τα οποία και κοινωνεί στους αναγνώστες. Ο σημερινός κόσμος δείχνει να είναι περισσότερο άγνωστος σε εμάς, από όσο τελικά θα φανταζόμασταν. Τα δηλητήρια της ομοιομορφίας που κάποτε επικαλέστηκε ο γνωστός ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss, αλλά και ο «τυφώνας παγκοσμιοποίησης» που μίλησε ο δικός μας σπουδαίος διδάσκαλος, Σαράντος Καργάκος, φαίνονται να έχουν καταπνίξει τις παραδοσιακές αλλά και παγκόσμιες αξίες. Κλονίζονται διαρκώς οι δεσμοί της οικογένειας, προσβάλλονται τα χρηστά ήθη, τα ναρκωτικά και οι ουσίες εισρέουν παντού.  Οι ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνολογία και την επιστήμη φαίνονται να βοηθούν, αλλά ορισμένες φορές δεν φαίνεται να λύνουν όλα μας τα προβλήματα. Κάποιοι επιστήμονες δε, όπως και θα ανακαλύψετε μέσα στο βιβλίο, προτείνουν τις «παραδοσιακές» πρακτικές γονιμότητας.   

 

Μέσα σε όλα αυτά τα πλαίσια κινείται η κεντρική ηρωίδα. Η Δάφνη θέλει απεγνωσμένα να γίνει μάνα. Θέλει να βιώσει τα θαύμα μέσα της, να γίνει η «γέφυρα» ενός παιδιού στον κόσμο, που προανέφερα. Δοκιμάζει τα πάντα. Από φάρμακα, χάπια, θεραπείες, επεμβάσεις. Δοκιμάζει όμως, και κυρίως, πολύ πόνο. Σε κάθε κομμάτι της διαδικασίας που οι γιατροί της προτείνουν και την καθοδηγούν να επιλέξει. Ο πόνος, στα λόγια της συγγραφέως: «έκλεισε τα μάτια της, και δάκρυα πόνου άρχισαν να τρέχουν δεξιά και αριστερά στο πλάι του προσώπου της. -Δεν μπορεί, μου ξεσκίζει τα σωθικά μου αυτός! Ο πόνος δυνάμωσε συνεχώς, άρχισε να δαγκώνει το εσωτερικό από τα μάγουλα της» γράφει. Αποτυγχάνει συχνά και επανειλημμένα να πετύχει τον στόχο της. Δεν το βάζει κάτω, γιατί φαίνεται να μην γνωρίζει τι σημαίνει παραίτηση από τα όνειρα της. Το παράδειγμα της μου μοιάζει με εκείνο ενός Κορεάτη δασκάλου μου, στο Taekwondo, όπου είχα παρατηρήσει κάποτε, όταν εκείνος είχε ανακαλύψει μια αιχμηρή πρόκα, η οποία προεξείχε ανάποδα από το πόδι του τραπεζιού, το οποίο και καθόταν. Μόλις έβαλε το χέρι του σε αυτή και ένιωσε αναπάντεχα τον πόνο, ευθύς αμέσως, έκλεισε τα μάτια, και αφού μουρμούρισε κάποια (πιθανώς κορεάτικα» μισόλογα, έκανε μια αστραπιαία κίνηση η οποία συνοδεύτηκε με μια πολεμική ιαχή, και έτσι με την παλάμη του χεριού του εξόκειλε την πρόκα από το ξύλινο πόδι που προεξείχε. Ύστερα, με ένα ένδοξο χαμόγελο ταπεινοφροσύνης, μας είπε σε σπαστά ελληνικά: «Την κέρδισα τελικά!» Η Δάφνη, επιστρέφοντας στη νουβέλα μας, ρίχνει ΜΟΝΙΜΑ την γροθιά της ενάντια στις αιχμηρές «πρόκες», και στις τρομακτικές προκλήσεις της ζωής. Κάθε φορά που κερδίζει έναν αγώνα, σκορπίζεται γύρω από έναν άλλο, καινούργιο, ακόμα πιο δύσκολο, πιο απαιτητικό, πιο δυσανάλογο με το μέγεθος της. Ακόμα, δεν έχει γίνει μάνα. Ακόμα, δεν έχει βιώσει βαθιά μέσα της όσα οι στοχαστές, οι ποιητές ή ευρύτερα οι δημιουργοί έχουν νιώσει, μέσα από όσα προανέφερα. Κερδίζει κάποιες μάχες, πέφτει – σηκώνεται, πηγαίνει στο εργαστήριο της, και η ζωή απλά και δύσκολα συνεχίζεται…

 

Η Δάφνη ωστόσο, μοιράζεται την ζωή τους με άλλους ανθρώπους. Είναι ον κοινωνικό και ευαισθητοποιημένο. Την συντροφεύει ο Δαυίδ. Ο ίδιος έχει την θέληση να εκπληρώσει τα όνειρα της. Του λείπουν ωστόσο, όπως και θα ανακαλύψουν όσοι διαβάσουν το βιβλίο, κάποια βασικά «προσόντα».. Σε αυτό το σημείο στέκομαι, διότι αντιλαμβάνομαι, το σταυροδρόμι που καλούνται οι ήρωες να επιλέξουν. Τελικά, ακολουθείς τα όνειρα σου, ή γίνεσαι κομμάτι των ονείρων του άλλου; Τραβάς τον δρόμο σου, ή γίνεσαι ο δρόμος για κάποιον άλλο να περπατήσει: Μπορεί, εν κατακλείδι, να έχουν το καλύτερο και από τους δύο κόσμους; Έναν, ερωτικό – συντροφικό κόσμο, και έναν γονεικό; Ο δρόμος είναι δύσβατος, ειδικά όταν πρέπει να κάνεις επιλογές, που δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι γνωρίζεις το αποτέλεσμα τους, εκ των προτέρων. Ο Dan Hill, ένας ακόμα σπουδαίος μουσικός δημιουργός υπογραμμίζει ότι πρόκειται για ένα «μακρύ δρόμο, σκληρός σαν την κόλαση – σίγουρα στην πορεία του χρειάζεσαι ένα φίλο». Φίλους έχει η Δάφνη. Κάποιες φορές, τους χρειάζεται, κάποιες άλλες, την χρειάζονται αυτοί. Στην ζωή και την σύγχρονη εποχή μας, «αυτή που μας έλαχε να ζήσουμε», που λέει και ο Αξελός, ακόμα και οι φίλοι δεν έρχονται ala mode. Δυστυχώς ή και ευτυχώς, έρχονται να συμπορευτούν μαζί σου, να σε συντροφεύσουν στο ταξίδι, αλλά φέρνουν μαζί και τις δικές τους επιθυμίες, τα δικά τους βαρίδια ή αδιέξοδα, τις δικές τους ιδιαιτερότητες.

 

Μαζί με τον Δαυιδ, αποφασίζουν να κρατήσουν ένα παιδί όπου μια άλλη φίλη ήταν ανίκανη να μεγαλώσει. Το παραλαμβάνουν σε άθλια κατάσταση. Το φροντίζουν και του δίνουν την στοργή, την αγάπη και ένα σπιτικό, μέσα στο οποίο μπορεί να επιβιώσει. Ένας μεγάλος αγώνας ξεκινά. Ένας αγώνας, πρώτα με την βιολογική μάνα του παιδιού, και ύστερα με την κοινωνική λειτουργό, την εισαγγελία, το ίδρυμα που η «πρόνοια» θέλει να κρατήσει το παιδί. Γράφει η συγγραφέας: «Δικαστήρια. Βρίσκομαι στο διάδρομο, μόνη, καθισμένη σε ένα ξύλινο παγκάκι, δίπλα σε μια πόρτα που γράφει «εισαγγελία ανηλίκων». Είμαι εδώ πάλι για σένα. Πρέπει να μπω με θάρρος, ελπίδα και την αλήθεια μου. Πρέπει να περάσω ξανά μέσα από αυτή τη πόρτα, για να μπορέσω να ανοίξω εκείνη την πόρτα που μας χωρίζει, αυτή του ιδρύματος. Πρέπει να πολεμήσω, ξανά, να σε διεκδικήσω. Με κάθε γαμημένο κόστος!» Δίνει μια γενναία μάχη με τους δικηγόρους και το πολυκλαδικό σύστημα δικαιοσύνης. Τίποτα δεν θα  την απομακρύνει από το παιδί της. Αυτό που δεν απέκτησε η ίδια, αυτό που όμως το νιώθει ως δικό της. Ο αγώνας της είναι σπαρακτικός – γίνεται αυτοσκοπός. Μια Λεοπαρδική, θα λέγαμε, προσέγγιση της ισορροπίας μεταξύ μόνιμης ηδονής και μόνιμης οδύνης. Το κόστος, όμως, είναι πραγματικά μεγάλο. Η οδύνη, αρκετές φορές, επικρατεί. Μήνες στην κατάθλιψη, μπλεγμένη μέσα σε δεκάδες αναπάντητα ερωτήματα. Οι σχέσεις πλέον κλονίζονται. Η Δάφνη, και πάλι, δεν το βάζει κάτω. Αλλάζει σελίδα και κεφάλαιο.

 

Στην ζωή της ηρωίδας εξέρχονται και εισέρχονται πολλοί. Ένας από αυτούς είναι η Κατερίνα. Ένα μικρό ατίθασο κορίτσι, που για ακόμα μια φορά, δεν μπορεί (ή μάλλον καλύτερα, δεν επιθυμεί) η βιολογική της μητέρα να μεγαλώσει. Μια νέα ευκαιρία δίνεται στην Δάφνη, αστράφτουν πάλι τα μάτια της, ενώ αργότερα η Κατερίνα ομολογεί: «Που ήταν η μαμά μου όταν έκανα χειρουργείο στις αμυγδαλές; Ποια ξύπναγε την νύχτα να μου δώσει αντιβίωση όταν αρρώσταινα;» Μέσα (και) σε αυτό το νέο κεφάλαιο, παρατηρούμε όλα τα κατάλληλα συστατικά μιας καλής νουβέλας. Ραγδαία πλοκή, συνεχείς εναλλαγές, απρόσμενες καταστάσεις, ανατροπές. Περιμένουμε ένα happy ending, διότι, όπως λέει και η Latitier «είμαστε όντα που διηγούμαστε ιστορίες, και χρειαζόμαστε μέσα από αυτές να αναζητούμε κατανόηση, ανακούφιση και ευτυχία». Η ζωή μας ωστόσο, όπως και ταυτόχρονα αυτό το βιβλίο, ενέχει και πολύ βία. Πρώτα ψυχολογική, και ύστερα σωματική. Από όλα αυτά, περνάει πάλι, όχι αλώβητη, η κεντρική μας ηρωίδα. Στο τέλος, ενδεχομένως να μην υπάρχει ανακούφιση ή και ευτυχία. Υπάρχει ωστόσο κατανόηση. Είτε από τον Δαυίδ, είτε από τους φίλους, είτε από κάποιον «μικρό πειρατή»… (και μάλλον περισσότερο ή σημαντικότερα) από τον ίδιο τον αναγνώστη. Στο βιβλίο αυτό υπάρχουν σημαντικά πνευματικά διδάγματα, για να επιστρέψουμε στον Raskin: Υπάρχουν μάνες που δεν θα γίνουν ποτέ μάνες. Και υπάρχουν μάνες που έχουν γίνει μάνες στις σκιές των άλλων μανάδων. Διότι μάνα, τελικά, δεν σε κάνει η ιδιότητα ή ο τίτλος της λέξης. Μάνα σε κάνουν οι πράξεις θυσίας και η διάρκεια τους μέσα στον χρόνο. Παράλληλα, υπάρχουν ιστορίες και πράγματα που οφείλουν να ειπωθούν. Να εξαγνίσουν τον συγγραφέα, και να ενισχύσουν τον αναγνώστη. Πράγματα που θα βοηθήσουν τον αναγνώστη να οικειοποιηθεί, και άλλα πράγματα που θα θελήσει να απορρίψει. Σίγουρα να προβληματιστεί.

 

Η νουβέλα της Μαριαλένας Δισακιά ΔΕΝ παρέχει απαντήσεις σε πολλά από όσα ξεδιπλώνονται μέσα της. Θέτει ωστόσο τις σωστές ερωτήσεις. Δημιουργεί έντεχνα ένα πλεκτό στοχασμού και προβληματισμού, στο οποίο και στην κάθε πλέξη, υπάρχουν οι λέξεις – έννοιες όπως η αυταπάρνηση, προστασία, αγάπη, αλτρουισμός, συγκατάθεση, γενναιοδωρία, νοιάξιμο. Όλα, δηλαδή, τα γνωρίσματα μιας καλής μητέρας. 

 

Μαριαλένα μου, θα κλείσω λίγο παράξενα ως προς την επιλογή του τελευταίου στοχαστή που θα αναφέρω., θα κλείσω με μια αναφορά στον Νίτσε, ο οποίος διερωτώταν στον Ζαρατούστρα του: «Είσαι από τους ανθρώπους που έχουν δικαίωμα να θέλουν παιδιά; Είσαι πολυνίκης, δαμαστής του εαυτού σου, κυρίαρχος των αισθήσεων σου, κύριος των αρετών σου; Θέλω το παιδί να το λαχταρούν η νίκη και η ελευθερία σου. Ζωντανά μνημεία πρέπει να υψώσεις στη νίκη και την απελευθέρωση σου. Πρέπει να χτίσεις πέρα και πάνω από τον εαυτό σου. Και πρώτα από όλα πρέπει να χτιστείς εσύ ο ίδιος, με ορθογωνισμένο κορμί και ψυχή» Ε, λοιπόν, η «Δάφνη» σου είναι παλληκάρι. Είναι πολυνίκης, δαμαστής του εαυτού της. ΆΞΙΑ ΜΑΝΑ στην θέση, ή στην «σκιά» άλλων μανάδων!

 

Η φρασούλα «σε αγαπώ» έχει πολυφορεθεί και χάσει το νόημα της. Εγώ απλά θα πω ότι εκτιμώ την ανθρωπιά και τον χαρακτήρα σου, απολαμβάνω το γράψιμο σου, επωφελούμαι από τις συζητήσεις / αναλύσεις μας, και χαίρομαι που είμαι ανάμεσα στους ανθρώπους που αποκαλείς φίλους. Καλή επιτυχία στο πολύ όμορφο βιβλίο σου.



Σταμάτης Γαλάνης

 

 

 

 

Επόμενο Άρθρο

Προηγούμενο Άρθρο

Θα χαρώ πολύ να γράφετε σχόλια που θα βοηθήσουν στην δημιουργία εποικοδομητικού διαλόγου. Τών παθών κρίσει καί ασκήσει περιγιγνόμεθα, πρότερον δέ ή κρίσις εστί. (Με την κρίση και την άσκηση κυριαρχούμε πάνω στα πάθη μας, μα η κρίση είναι το πρώτο). - Πλούταρχος

© 2024 Λόγια…Άνεμοι της Ψυχής