Για τους εκδότες, ο Χάκκας δημιούργησε με το “Κοινόβιο” μια συλλογή διηγημάτων μα κατ’ εμέ η περιγραφή που του ταιριάζει καλύτερα είναι η δημιουργία μιας μαρτυρίας, μιας κατάθεσης ψυχής. Αποτελεί το τελευταίο έργο του συγγραφέα, αυτό όπου με οξυδέρκεια και βάθος ανατρέχει στα γεγονότα ου τον σημάδεψαν, οραματιζόμενος το σχέδιο της μεγάλης εξόδου του από την γύρω θνητή πραγματικότητα.
Άνθρωποι που δεν κατάφεραν μεγάλα πράγματα στη ζωή τους, αλλά γέμισαν φίλους που τα κομπολόγια τους πέρασαν από χέρι σε χέρι, μα και πάλι σα να μη χόρτασαν ο ένας τον άλλον.Το «ιδιόρρυθμο κοινόβιο» που οραματίζεται ο συγγραφέας δεν είναι παρά ένα «ανακάλεμα» παλιών φίλων, συντρόφων που βάδισαν στον ίδιο δρόμο της φυλακής και της εξορίας, της «σπατάλης» (“κι όμως: μ’ εξυπνάδες και κουταμάρες, αλήθειες και ψεύδη, αυτό είναι τελικά το βιβλίο σου, καλή κακή αυτή είναι η ζωή σου, πώς να τη διαγράψεις και να ξαναρχίσεις”). Γι’ αυτό και χρειάζεται το κοινόβιο τώρα. Μέσα σ’αυτό στεγάζονται όλοι οι παραπάνω, αλλά ταυτοχρόνως βρίσκουν καταφύγιο και οι γλυκόπικροι μονόλογοι του αφηγητή, οι ξεφτισμένες ελπίδες, οι ονειροπολήσεις, το ψυχομάχημα ενός συγγραφέα.
Με γραφή αστόλιστη έως και εξομολογητική ο Χάκκας μου θυμίζει για κάποιο λόγο ποιητή που φωτογραφίζει ή αν θέλετε, φωτογράφο που γράφει ποίηση. Κι αυτό που αγαπώ περισσότερο είναι πως στο έργο του Χάκκα δε συναναστρεφόμαστε ήρωες, κι αν συναντήσουμε κάποιους, είναι όλοι τους φθαρτοί. Φθαρτοί και πάνθνητοι. Κατακρημνίζει τα όνειρα γενεών. Το “american dream” που μασκαρεύτηκε σε “greek dream” μιας εποχής. Το greek dream και της δικής μας εποχής.
Αποσπάσματα που αγαπώ:
⦁ “Κάπου αλλού έβρεχε. Μερικοί νόμιζαν πως το σύνεφο γύριζε. Οι αρχηγοί μάλιστα καλέσαν και βροχοποιό να το φέρει οπωσδήποτε πίσω. Τελικά δεν ήρθε εκείνος ο ομαδικός ψυχισμός, κι ούτε φυσικά θα ξανάρθει. Από τη μια οι αρχηγοί, από την άλλη οι ξένοι, χαντακώθηκε η υπόθεση, χάθηκε η ευκαιρία για πάντα και μόνο η ανάμνηση μένει, μια διαρκής ελεγεία γι’ αυτούς που σκοτώθηκαν, τα νιάτα που σπαταλήθηκαν χωρίς αποτέλεσμα”
⦁ “Κι η σκέψη μου όλη μην πατήσω το ορθό χορτάρι. Δεν έκανα μεγάλες πράξεις στη ζωή μου, ιδέες και τέτοια δεν τα σκέφτηκα ποτέ, τουλάχιστον τις τελευταίες στιγμές μη βλάψω έστω το χορτάρι.”
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.