Θάνατος στα ονοματεπώνυμα.
Άνθρωποι στριμωγμένοι στο αστικό,άνθρωποι στριμωγμένοι στο κεφάλι τους ,”μπείτε πιο μέσα ρε παιδιά να χωρέσουμε κι εμείς”, πάμε, πάμε όλοι μαζί, μια κρουαζιέρα αγάπης, με σημαία τον καταναλωτισμό, υποχρεώσεις-δώρα-χνώτα.
Σταμάτα να κατέβω, θα ξεράσω.
Τα μαλλιά μας βρωμάνε. Βαρέθηκα, ΟΧΙ σιχάθηκα, για όσα συμβαίνουν και για όσα θα έπρεπε να συμβαίνουν και δε συμβαίνουν, για το τελευταίο νόμισμα της τσέπης που δεν ξέρεις αν πρέπει να πάει σε τι-από-όλα, για την τελευταία σταγονα αφού έχει ξεχειλίσει το ποτήρι και πώς-να-τα-μαζέψω, για το μούδιασμα που νιώθεις μόλις διαπιστώνεις οτι σε έκλεψαν και-τι-να-πρωτοκάνω για το σοκ που τρέχει από τα αυτιά σου όταν συνειδητοποιείς ότι κάποιος σε παρενοχλεί και ντρέπομαι-για-μένα.
Αυτό δεν είναι ένα σημαντικό κείμενο, αυτό δεν είναι καν ένα υποφερτό κείμενο. Είναι μονάχα μια στιγμή που χτυπάει το τηλέφωνο, ένα άχρηστο μήνυμα, μια σημαντική ανάμνηση που παρακαλάει να αποτυπωθεί, ένα τραγούδι που ακούγαμε μαζί , πάλι το τηλέφωνο. Η στιγμή δε θα αποτυπωθεί. Θα μείνει μόνο μια ζωή μπροστά μου, μια άλλη ζωή μπροστά σου πολλοί θάνατοι και μια κοινή ζωή πίσω μας .
Τα πολυφορεμένα μπορώ είναι και πάλι τάση φέτος.
Παρηγορούμαι στη σκέψη πως είμαστε ποιήματα. Άμετρα ποιήματα. Είμαστε πραγματικότητες. Νυχτερινές συνήθειες. Καθημερινές εναλλαγές.Οι θώρακές μας ασπίδες, που λες.
Και είμαστε, που λες, λέξεις. Σημεία στίξης. Σημεία τήξης. Ερωτηματικά. Ναι! Είμαστε ερωτηματικά.Θαυμαστικά. Ναι! Είμαστε και θαυμαστικά.
Είμαστε δρόμοι. Αχώριστοι, παράλληλοι, ατέλειωτοι, άβατοι, στενοί.
Κόσμοι. Διψασμένοι, χορτάτοι.
Ουρανοί, που λες. Γαλήνιοι, ανταριασμένοι.
Βαλίτσες είμαστε, που λες. Αδειάζουμε μονάχα μέχρι την επόμενη αρχή.
Είμαστε το τέλος μας μα κι η κάθε μας αρχή.
Είμαστε όσα δεν θα γίνουμε ποτέ.Όσα γίναμε κάποτε.
Είμαστε τόσα. Γι’ αυτό σου λέω!
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΑ
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.