Λόγια...Άνεμοι της Ψυχής

ΜΑΡΙΑΛΕΝΑ ΔΙΣΑΚΙΑ

Μην είστε λυπημένοι. – Κατερίνα Δήμτσα

 

Πιο πολύ από τα κρασιά στα στριμωχτά μαγαζάκια των Εξαρχείων, πιο πολύ από τις ανευ προορισμού βόλτες την ώρα του λυκόφωτος, ή από τις εξορμήσεις στην άλλη άκρη της πόλης για να βρω τη Χ. να πιούμε τα αυτοσχέδια κοκτέιλ μας, μου λείπουν οι βόλτες με το αμάξι. Αναπολώ τον ήλιο και το καλοκαίρι. Αναπολώ εκείνο το τετραήμερο του Ιουλίου, με τα πολλά απρόοπτα, που συνάντησα αγαπημένες μούρες που είχα να δω καιρό και με ένα καφάσι μπύρες στο πίσω κάθισμα, εμένα στη θέση του συνοδηγού με οδηγό καλή συντροφιά και τις πατούσες έξω από το παράθυρο λες και παίζουμε σε καμιά ταινία του Ταραντίνο, καβαλήσαμε την ώρα του ηλιοβασιλέματος τ’αμάξι, οδηγούσαμε περιμετρικά της θάλασσας κι ακούγαμε στη διαπασών το “Maybe Tomorrow” των Stereophonics , τραγουδώντας όσο δυνατά αντέχουν τα πνευμόνια μας.

Η πανδημία μας φοβίζει τόσο όχι γιατί μας φέρνει αντιμέτωπους με την πιθανότητα του θανάτου, αλλά, νομίζω, γιατί μας εξαναγκάζει να συνειδητοποιήσουμε την ιδέα της φθαρτότητας. Δηλαδή ξερεις από την πρ’ωτη ‘ωρα που πάτησες το πόδι σου σε τούτο τον κόσμο πως μια μέρα θα πεθάνεις, αλλά κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου είσαι σίγουρος πως θα ζεις. Και τώρα καταλαβαίνιες άνθρωπε οτι δεν είσαι άτρωτος, έλεγες ναι θα πεθάνω, αλλά όχι ακόμα. Και τώρα φοβάσαι μην αυτό το ακόμα κατέφτασε.

Είναι ίσως που είχαμε συνηθίσει ο Μάης μέχρι τώρα να εκτυλίσσεται κάπως έτσι ως μήνας. Είναι που ακούγαμε τον σύντροφο να μας εξηγεί γιατί να χωρίσουμε όσο στεκόμασταν στην ουρά του σούπερ μάρκετ και η ταμίας πέρναγε τα πράματα απ’ το το μηχανηματάκι που έκρωζε τουτ-τουτ και βίαια τα ‘ριχνε απ’την άλλη πλευρά του πάγκου, εκείνα σχημάτιζαν στοίβα κι έπεφταν γιατί πού ν’ απλώσεις χέρι να τα βάλεις στις σακούλες, δεν είχες χέρια, δεν είχες πόδια, δεν ήσουν καν ύπαρξη, είχες εξατμιστεί ς’ εκείνο το “μέχρι εδώ ήταν” που σου ψέλλισε ο άνθρωπός σου μπροστά απ’τον πάγκο των τυριών λίγα λεπτά πριν, όσο σκεφτόσουν τι τυρί θα ταίριαζε καλύτερα στη μακαρονάδα που του ετοίμασες. Είναι που ερωτευόμαστε φωνές κι ανθίζουμε με χαμογελαστούς ανθρώπους και ροδοκόκκινα μάγουλα. Που αγαπάμε να κυκλοφορούμε στο σπίτι με το βρακί και να χορεύουμε με ανοιχτά παράθυρα. Είναι που βγήκαμε πρώτο ραντεβού κι είπαμε “μπα, δε με ελκύει” κι ύστερα τον αγαπήσαμε μέχρι να στεγνώσουμε από τρυφερότητα.

Είναι που έχουμε αγγίξει χέρια κι έχουμε αγαπήσει χέρια κι έχουμε χάσει χέρια. Όχι, μην είστε λυπημένοι.

Επόμενο Άρθρο

Προηγούμενο Άρθρο

Θα χαρώ πολύ να γράφετε σχόλια που θα βοηθήσουν στην δημιουργία εποικοδομητικού διαλόγου. Τών παθών κρίσει καί ασκήσει περιγιγνόμεθα, πρότερον δέ ή κρίσις εστί. (Με την κρίση και την άσκηση κυριαρχούμε πάνω στα πάθη μας, μα η κρίση είναι το πρώτο). - Πλούταρχος

© 2024 Λόγια…Άνεμοι της Ψυχής