Κοίτα να δεις, πριν τρεις μέρες που είχαμε βγει ωρυόμουν πάνω από το τραπέζι, να μ’ακούει όλο το μαγαζί, πως ο κόσμος πάει κατά διαόλου. Δεν ενδιαφέρεται κανείς να ξεπορτίσει από την ασφαλισμένη τη ζωούλα του, ολόκληρη γεμάτη με υποκοριστικά, η δουλίτσα, ο μισθουλάκος, άντε και κανένα τριημεράκι, ίσα για την παρηγοριά πως δεν είναι καθ’ ολοκληρίαν ένας βαρετός άνθρωπος. Και οι συμπότες μου ν’ απορούν, γιατί συνήθως είμ’ αισιόδοξη και πιστεύω στους ανθρώπους.
Είχα μια γαμημένη θλίψη για όλα, για την ιδιότητα του παιδιού που μόνο αυτή μας δικαιολογούσε τα πάντα, τα μειονεκτήματα που πρέπει νωρίς να εντοπιστούν όταν όλα γύρω προοδεύουν, για τους μίσχους που από μέσα πολύχρωμα κάηκαν, για το πώς θα είμαι σαν προϊόν συνεργάσιμο. Για κάθε μορφή προσωπικού εμπορίου σε ράφι, για όλα τα ‘επίσης’ ανταποδοτικού χαρακτήρα που ξεπέταξαν τις ευχές μου. Για κάθε μα που δεν έχει μα.
Την επόμενη μέρα από αυτό το απαισιόδοξο παραλήρημα, ταξίδεψε και ως την αφεντιά μου, μέσω διαδικτύου, η φωτογραφία ενός ζευγαριού προσφύγων και του έρωτά τους, αμέσως μετά τη διάσωσή τους. Σκόνταψα στη σπίθα τους, οι ματιές τους με έκαιγαν μέσα από την οθόνη.
Έχουμε αυτό. Μπροστά στους επιφανείς καθαρούς κι εξευρωπαϊσμένους πολίτες, στις ιμπερεαλιστικές λαιμαργίες, στη δίψα για εξουσία, την καπιταλιστική ευημερία, τους καλογυαλισμένους χαρτοφύλακες και την τσάκιση του παντελονιού του αφεντικού που, για να σιδερωθεί, έχει πρώτα βάλει στη πρέσα τον υπάλληλο. Έχουμε αυτό. Μπροστά στο δαρβινισμό για χάρη της επαγγελματικής επιτυχίας, στα μαθήματα μουνοπανίασης που παραδίδονται μπας και μαζευτούν πολλές λεζάντες κάτω απ’το όνομα στο βιογραφικό, τη σκατοψυχιά εφτά η ώρα το πρωί στο μετρό, την ινσταγκραμικά ξεπουλημένη εναλλακτικότητα. Μπροστά στα πολεοδομικά σχέδια ασφυκτικών πόλεων, τη βιασύνη για μετάλλαξη σε κυρ-Παντελήδες. Μπροστά τους έχουμε αυτό, να το υψώσουμε σαν ασπίδα. Έχουμε τον έρωτα με το μέρος μας. Κι ο έρωτας όλα τα νικάει.
Κοίτα να δεις, η ζωή ορίζει, ορίζεται και καθορίζεται από ανόητους ανθρώπους που τη φοβούνται μέχρι το μεδούλι τους. Ο έρωτας σχηματίζεται μέσα από τις λέξεις των ποιητών, τα κεφάλαια των μυθιστοριογράφων, τα πλάνα των σκηνοθετών, τα λα ματζόρε των μουσικών.
Και, κοίτα να δεις, κατέληξα πως η ύψιστη μορφή ύβρεως είναι αυτή που παράγεται από δυο ανθρώπους με έρωτα βαθύ, αγάπη αμοιβαία, όταν εκείνοι αποφασίζουν να θρηνήσουν μπροστά στα μάτια των πνιγμένων από σάλιο, αυτών που βλέπουνε το ταίρι τους να φεύγει, να αδιαφορεί, να τηλεφωνεί μια το δίμηνο για μια αρπαχτή. Κάπως σαν να κλαις για πεθαμένους τους γονείς σου,όταν αυτοί μένουν απλά σε άλλη πόλη.
– Πάμε να αποτυπώσουμε των έρωτα.
– Καταγγελία;
– Μανιφέστο.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.