Αυτή την εβδομάδα πάλι τρίψαμε τα αυτιά μας μήπως δεν ακούσαμε καλά, όσο τα στόματά μας παγωμένα έμειναν σε ένα ορθάνοιχτο “Ο”. Είπαμε δεν είναι δυνατόν, οργιστήκαμε, βρίσαμε κι είμαστε τώρα εδώ να συζητάμε πόσο τοξική αποδεικνύεται ακόμα μια έκφανση της πατριαρχίας (και με ποιο δικαίωμα ορισμένοι χρησιμοποιούν λόγο που τραυματίζει κόσμο, αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα). Ο Κ. Τζούμας σε ένα χείμαρρο παρωχημένων μισογυνιστικών δηλώσεων, δεν είχε όχι απλά την παιδεία, αλλά έστω την στοιχειώδη τσίπα να μην ξεράσει μισογυνισμό, σχολιάζοντας δημόσια τις δηλώσεις του μητροπολίτη Κοζάνης και συνδέοντας αυθαίρετα γυναικοκτονίες και γυναικεία πολυλογία.
Και ίσως είναι ετούτες οι αηδιαστικές δηλώσεις που το έφεραν επί του παρόντος στο προσκήνιο, αλλά το στερεότυπο της φλύαρης γυναίκας δεν είναι καθόλου νέο. Αντιθέτως, είναι ιδιαίτερα χιλιοπαιγμένο. Αρκεί να σκεφτείτε τις σχετικές πολυάριθμες ιστορίες ανεκδοτολογικού τύπου, ντουζίνες φανταστικών χαρακτήρων σε ταινίες όπου οι γυναίκες ζαλίζουν τους άντρες με την ακατάσχετη φλυαρία τους, εκατοντάδες memes στο διαδίκτυο, ρήσεις της λαϊκής σοφίας, ακόμα και μαγαζιά των οποίων το μπάνιο φέρει στην πόρτα ένα “blah” ως ενδεικτικό της αντρικής και πάμπολλα “blah” ως ενδεικτικό της γυναικείας τουαλέτας.
Σκέφτομαι τώρα πως η λέξη “γλωσσοκοπάνα” είναι αποκλειστικά θηλυκού γένους. Και δεν νομίζω πως αυτό είναι εντελώς τυχαίο, αλλά ούτε πως μας ξενίζει ιδιαίτερα όταν αναφέρεται σε μια γυναίκα, σε αντίθεση με την περίπτωση που θα χαρακτήριζε κάποιον άντρα, όπου ασυνείδητα ίσως, μας φαντάζει περίεργο. Τα στερεότυπα έχοντας παρεισφρήσει στη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και κάθε είδος μαζικής κουλτούρας μας εκπαιδεύουν ο λιγομίλητος χαρακτήρας να είναι πάντα στον πυρήνα του ο ισχυρός και φυσικά να αναμένουμε πως θα ονομάζεται μάλλον “Κωστάκης”, παρά “Μαιρούλα”. Το πρόβλημα είναι σαφώς πως επικαλούμενοι αυτά τα de facto δήθεν πορίσματα, πάσης φύσεως σεξιστές είναι ελεύθεροι να ξεφορτώσουν έναν καταιγισμό σεξιστικών σχολίων, χωρίς συχνά να θεωρείται καν πως είπαν κάτι κατάφωρα σεξιστικό!
Έχει βάση το στερεότυπο;
Σύμφωνα με την έρευνα του ψυχολόγου Mattias Mehl και της ερευνητικής του ομάδας, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Science”,διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούν λίγο περισσότερες από 16.000 λέξεις την ημέρα, ενώ οι άνδρες ελαφρώς λιγότερες από 16.000 λέξεις, διαφορά που δεν θεωρείται στατιστικά σημαντική. Στην πραγματικότητα, οι τέσσερις πιο ομιλητικοί άνθρωποι από του συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν όλοι οι άνδρες.
Αλλά από πού προήλθε αυτή η διάχυτη ιδεολογία για τα στυλ ομιλίας των ανδρών, των γυναικών, των κοριτσιών και των αγοριών; Και γιατί επιμένει να ξεφυτρώνει ολούθε, παρά την έρευνα που υποδηλώνει ότι αυτή η απεικόνιση της ομιλίας των γυναικών δεν είναι πολύ ακριβής; Η ιδέα έγινε δημοφιλής μετά τη δημοσίευση ενός βιβλίου που ονομάζεται The female brain (2006) του οποίου η συγγραφέας, Louann Brizendine,ισχυρίστηκε ότι «μια γυναίκα χρησιμοποιεί περίπου 20.000 λέξεις την ημέρα, ενώ ένας άντρας χρησιμοποιεί περίπου 7.000. ‘
Mικρή ιστορική αναδρομή
Το στερεότυπο της γλωσσοκοπάνας και η σύνδεση της γυναίκας με την ανούσια φλυαρία, όπως και παραπάνω αναφέρθηκε, δεν είναι καθόλου καινούρια, αντιθέτως οι ρίζες τους απλώνονται βαθιά στο χρονικό άξονα. Ήδη από τους αρχαίους χρόνους, Ελληνες και Ρωμαίοι είχαν εξοβελίσει τις γυναικείες φωνές από τους δημόσιους χώρους, ενώ η δημόσια ομιλία αποτελούσε αυστηρά ανδρικό προνόμιο και δεν θεωρείται πως ενέπιπτε στα αποδεκτά όρια της θηλυκότητας.
Τα πράγματα φυσικά δεν αλλάζουν ιδιαίτερα κατά τον Μεσαίωνα, όπου η δημόσια ομιλία των γυναικών εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως αναξιόπιστη και ηθικά αμφισβητήσιμη (σας θυμίζει τίποτα αυτό μήπως;). Τα “κενά” που προκλήθηκαν λόγω της πανούκλας σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο δημιούργησαν ευκαιρίες για την αγροτική τάξη αλλά και κοινωνική και πολιτική αταξία έναντι του άδικου συστήματος διακυβέρνησης και φορολόγησης. Οι γυναίκες που εξέφραζαν ανησυχίες και διατύπωναν παράπονα σε ημι-δημόσιους χώρους, όπως στην αγορά, άρχισαν να θεωρούνται ότι διαταράσσουν το κοινωνικό σύστημα, κατηγορούνταν ως εγκληματίες, διέπρατταν σύμφωνα με τον κώδικα της εποχής “το αμάρτημα της γλώσσας”, με αποτέλεσμα οι ίδιες να επιφορτίζονται με στιγματισμό και ντροπή και ταυτόχρονα να ασκείται επιτυχώς ένας αυστηρότατος κοινωνικός έλεγχος.
Μελετώντας δικαστικά αρχεία από αυτή την περίοδο, η συγγραφέας Σάντρα Μπάρντσλεϊ βρήκε ότι οι γυναίκες αποτελούσαν την πλειοψηφία τέτοιων διώξεων για επίπληξη και δυσφήμιση. Η ιδέα της επίπληξης ήταν φυλετική και στήριξε πολλές μεταγενέστερες αρνητικές λογοτεχνικές απεικονίσεις του ανεξέλεγκτα φλύαρου θηλυκού φύλου.
Καθώς περνάμε στον 18ο και 19ο αιώνα, έχουμε το φαινόμενο της δαιμονοποίησης της ομιλίας των γυναικών σε δημόσιους χώρους, παράλληλα με τις ολοένα αυξανόμενες ιδέες της ηθικής και της αγνότητας. Τα βιβλία προτύπων καλής συμπεριφοράς της εποχής, αξίωναν την ήσυχη γυναίκα που σεβόταν ενώ προειδοποιούσαν για τη γυναίκα που φώναζε και στρίγκλιζε.
Η απειλή δεν κάνει διακρίσεις!
Το στερεότυπο της ανούσιας γυναικείας πολυλογίας αποδεικνύεται επικίνδυνο και τοξικό και για τα δύο φύλα. Τι εννοώ; Ας το σκεφτούμε καλύτερα.
Αναφερόμενο σε γυναίκες λειτουργεί αποδυναμωτικά για τη φωνή τους κι αυτόματα ,μειώνει την αξία των λεγομένων τους. Αυτό φυσικά και μπορεί να αποφευχθεί επικίνδυνο κατά τις περιπτώσεις που κάποια αποφασίζει να καταγγείλει κάτι ή να αποκαλύψει μια παραβιαστική συμπεριφορά. Αλλά εξίσου τοξικό είναι και στις καθημερινές, φαινομενικά αβλαβείς καταστάσεις, όπου μια γυναίκα αναγκάζεται να αυτολογοκριθεί και να περιορίσει την έκφραση των επιθυμιών, των επιδιώξεων, του σκεπτικού της. Κι έτσι προτιμάμε από το να μας βαφτίσουνε “πολυλογούδες”, να παραμείνουμε σιωπηλές (και μάλλον να μας αποκαλέσουν “γλάστρες”, – βλέπετε που όλα είναι ένα παζλ;). Καταστάσεις αποσιωπούνται και ανενόχλητα διογκώνονται καταλήγοντας μια μέρα να σκάνε στη μούρη μας κι εμείς να αναρωτιόμαστε “Μα πώς έγινε αυτό;” Παράλληλα το στερεότυπο αυτό δίνει τροφή και στον έμφυλο γυναικείο σεξισμό, καθώς είναι πιο εύκολος ο μεταξύ μας ανταγωνισμός και διαχωρισμός βάσει της σεξιστικής αντίληψης του “εγώ δεν είμαι σαν τις άλλες- εν προκειμένω επειδή δε μιλάω πολύ” όταν υπάρχουν τέτοια προκατασκευασμένα κουτάκια όπου αναγκαζόμαστε να χωρέσουμε τις εαυτές μας.
Πλήττει όμως, ακόμα κι αν δεν είναι τόσο εξόφθαλμο, και το ανδρικό φύλο. Μια φράση θα σας υπενθυμίσω: τοξική αρρενωπότητα. Η θεώρηση της φλυαρίας ως κατακριτέο γυναικείο πάντα χαρακτηριστικό, ενδέχεται να οδηγήσει εξίσου σε αυτοπεριορισμούς έναν άντρα ο οποίος φοβούμενος μην στερηθεί πόντους της αρρενωπότητάς του, θα διστάσει να χρησιμοποιήσει ελεύθερα τη γλώσσα. Από μικρή ηλικία, τα αγόρια διδάσκονται οτι η συζήτηση ή ακόμα και ο εκφραστικός μονόλογος δε χρειάζεται να είναι πάνω -πάνω στη φαρέτρα των τρόπων διαχείρισης της καθημερινότητας καθώς τα πολλά λόγια δεν συνάδουν με το φύλο τους και με τις επιταγές της κοινωνικής του κατασκευής. Είναι προτιμότερο και περισσότερο αποδεκτό να εκφράσεις την οργή σου με μια γροθιά από το να γκρινιάξεις γι’ αυτή άλλωστε ε ; Τότε είσαι μάγκας. Αλλιώς “τι είσαι; Καμιά γυναικούλα και παραπονιέσαι;”. Εκπαιδεύονται λοιπόν πως ο προφορικός λόγος δεν είναι το προτιμότερο εργαλείο για να επικοινωνήσουν ακώλυτα και αυτόματα κι ασυνείδητα βομβαρδίζονται και με την αντίληψη πως τα λεγόμενα του άλλου δεν είναι αρκετά σημαντικά, δεν έχουν ιδιαίτερη αξία ώστε ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν (και μήπως αυτό το μοτίβο οδηγεί ας πούμε και στην συζήτηση περί “συναίνεσης”;).
Σαν κατακλείδα
Τα γενικώς αποδεκτά αφοριστικά τέτοια στερεότυπα, δεν είναι απλώς παρωχημένα, ούτε μόνο τοξικά κι επιβλαβή. Καταλήγουν να είναι επικίνδυνα. Ολα μαζί, συνθέτουν τον πολύμορφο ιστό της πατριαρχίας, ο οποίος κατά έναν περίεργο τρόπο δεν κάνει φυλετικές διακρίσεις, αλλά με άλλους τρόπους και άλλα μέσα, βασανίζει και άνδρες και γυναίκες κι εξαναγκάζει όλα τα φύλα να βιώνουν μια όχι και τόσο “υγιεινή” ζωή για την ψυχή τους.
Ο Τζούμας είχε το θράσος, να γαντζωθεί από τα λίγα λεπτά προβολής του εξαπολύοντας έναν σεξιστικό εμετό, στις τηλεοράσεις μιας κοινωνίας που μαστίζεται από την έμφυλη βία και προσπαθεί να επουλωθεί από τις τόσες γυναικοκτονίες που σημειώθηκαν το τελευταίο διάστημα. Υπαίτιος για τις γυναικοκτονίες, είναι ο γυναικοκτόνος. Δεν είναι η φλυαρία επικίνδυνη. Η σιωπή είναι. Ούτε οπλίζει κανένα χέρι η φλυαρία. Η πατριαρχία το κάνει. Καταλάβατε κύριε Τζούμα ή να γίνω πολυλογού και να το ξαναπώ; Πέραν από το ότι είστε πλήρως ανενημέρωτος και βαθιά νυχτωμένος, είστε και πολύ πολύ ασεβής. Πολύ μιλήσατε, μας κουράσατε. Μπορείτε να παροτρύνετε και τον εαυτό σας να το βουλώνει πού και πού.
Η μόνη φλυαρία που δεν ανεχόμαστε, είναι η φλυαρία των σεξιστών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Baum, Armin. 2014. Paul’s Conflicting Statements on Female Public Speaking and Silence. Tyndale Bulletin 65.2. 247-274
- Bardsley, Sandra. 2006. Venomous Tongues: Speech and Gender in Late Medieval England. University of Pennsylvania Press.
- Brescoll, V. L. 2011. Who Takes the Floor and Why: Gender, Power, and Volubility in Organizations. Administrative Science Quarterly, 56(4), 622–641.
Why Do We Think Women Talk Too Much?,Valerie Fridland Ph.D. Language in the Wild
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.