Κάπως ασφυκτικά, στα απομεινάρια ενός επίμονου, περαστικού χειμώνα και τις βιαστικές εναλλαγές του καιρού. Ελαφρώς στριμωγμένοι στα σπίτια μας, με τους τοίχους γεμάτους καρτ ποστάλ από μέρη που έχουμε πλέον ξεχάσει και το facebook, με τον τοίχο γεμάτο δημοσιεύσεις από ανθρώπους που δε γνωρίσαμε ποτέ .
Η αστική μας πραγματικότητα έχει τρέψει σε όαση το σούπερ μάρκετ, στον καύσωνα εκεί αποτραβιέσαι αν θες να δροσιστείς, στις χαοτικές μέρες εκεί περιπλανιέσαι αν θέλεις να ξεχαστείς. Ένα διάλειμμα από το δίπολο δουλειά – σπίτι. Αν η βίβλος γραφόταν με πρώτη ύλη το δικό μας σήμερα, εν αρχή θα ήταν ο ΑΒ γιατί αλφαβητικά πάει πρώτος. Μετά, η Εύα θα έδινε στον Αδάμ τη λίστα μέσα στην οποία θα περιλαμβάνονταν όλα τα απαραίτητα υλικά, ενώ ο πύργος της Βαβέλ θα ήταν τα ράφια των εκπτωτικών προϊόντων πρώτη του μήνα στα Lidl.
Ωστόσο εμένα συνεχίζουν να με γοητεύουν τα σούπερ μάρκετ, παρά την μη έντονη παρουσία τους ως θεματική στην σύγχρονή μας λογοτεχνία. Εσύ ίσως να μην ξέρεις, ίσως και να μη νοιάζεσαι, ίσως όμως και να μην το ‘χεις φανταστεί πως τόσοι άνθρωποι βάλανε τον έρωτα σε καροτσάκι μεταλλικό, και τον περιέφεραν για ώρες καθισμένο στο στενό παιδικό καρεκλάκι ανάμεσα σε διαδρόμους με γαλακτοκομικά και καθαριστικά δυο και τριών χρήσεων. Αν όμως, όπως ανοίγεις το ψυγείο των κατεψυγμένων σταθείς με το ένα χέρι έξω και το άλλο μέσα στον καταψύκτη και παράλληλα σηκώσεις το κεφάλι να δεις την τιμή από τα θαλασσινά, ίσως να αρχίσεις να καταλαβαίνεις τι σου λέω: το σούπερ μάρκετ είναι μια επένδυση στην χρονική και οικονομική μας συμβίωση: οφείλουμε να μείνουμε μαζί μέχρι να τελειώσει το χαρτί, το αλάτι και το σαμπουάν που αγοράσαμε από κοινού. Αλλιώς έχουμε αφημένο υπόλοιπο. Αν με ρωτάς, κάποτε είχα αγοράσει ολόκληρο σπίτι που κατέληξε να μείνει αχρησιμοποίητο- μα εντελώς αναντίστοιχα, αυτά τα φακελάκια με το τριμμένο τυρί, κάθε φορά που τα τραβάς απ’ το ράφι ταράσσουν αθόρυβα τα σωθικά μου.
Γι’ αυτό πριν μας δει το φωτοκύτταρο και μας αποχαιρετήσει με μαθηματική ακρίβεια, ρίχνω μια ματιά στην ημερομηνία της απόδειξης- πιθανό τεκμήριο της τελευταίας φοράς που συνυπάρξαμε μαζί σ’ έναν τέλεια αποχρωματισμένο, ουδέτερο αρωματικά και απόλυτα ρυθμισμένο χωροταξικά διάδρομο σούπερ μάρκετ.
Κάθε φορά, κοντοστέκομαι, μυρίζω τα αφρόλουτρα ένα ένα και προσπαθώ να φανταστώ την μυρωδιά τους πάνω σου. Ενας μικρος οργασμός κρυμμένος ανάμεσα στα ράφια.
Έτσι κάπως, ασφυκτικά, μέσα στα ρούχα που δεν βλέπουμε την ώρα να πετάξουμε από πάνω μας και μέσα στα χειμωνιάτικα σκεπάσματαδεν βλέπουμε την ώρα να ξεφορτωθούμε. Να έρθεις να φορτώσουμε τους εαυτούς μας σε ένα μεταλλικό καρότσι με ρόδες, και όλη τη μιζέρια και τους δισταγμούς και τα νεύρα σε ένα άλλο και να τα στείλουμε προς διαφορετικές κατευθύνσεις .
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.