Θα γράψω τις σκέψεις που με ταλανίζουν εντελώς αφιλτράριστες, σαν το “Στέκι” που έχει δημιουργηθεί εδώ με ιδρυτές τα κείμενά μου, να είναι απτό, ένας χώρος φυσικός, όπου μαζευόμαστε τις Κυριακές και κουβεντιάζουμε πίνοντας, καφέ ή τσίπουρα ή ό,τι θέλει καθένας μας τέλος πάντων.
Χθες είδα τον Λ. Και τα συμφωνήσαμε εξαρχής να μην αναλώσουμε χρόνο σε συζητήσεις επικαιρότητας, διότι κάτι κρακ-κρακ περίεργα ακούγονται εντός όσο κλοθογυρίζουν τα γεγονότα στο μυαλό. Κι έτσι μιλήσαμε για τις φιλίες που έδυσαν και για φλερταρίσματα και για τα βιβλία που αγοράσαμε.
Αλλά στο τέλος, στην επικαιρότητα καταλήξαμε, γιατί έμοιαζε ν’ αγνοούμε τον ροζ ελέφαντα στο δωμάτιο. Κι εγώ σήμερα δεν ήξερα πώς θα καταφέρω να γράψω γι’ αυτά, αλλά παράλληλα ούτε πώς να μην γράψω γι’ αυτά ήξερα. Το μεν, επειδή δεν έχω ιδέα πώς να κάνω τα λόγια μου μια άξια αποτύπωση των γεγονότων κι έχω θλίψη και νεύρα κι άλλη θλίψη. Το δε, καθ’ ότι αν γράψω κάτι άλλο μου φαίνομαι ένας μαλάκας που κάνει τα στραβά μάτια. Ετσι καταλήγω να γράφω αυτό εδώ, γιατί η υπόθεση του Λιγνάδη είναι πέρα από κάθε σφαίρα λογικής. Γιατί το “δεν ήξερα” της Μενδώνη δεν μπορεί να υφίσταται έτσι, ασυνόδευτο. Μπορείς να πεις “δεν ήξερα και παραιτούμαι”. Αλλά όχι απλά “δεν ήξερα”. Καταλήγω να γράφω αυτό εδώ, που ανάθεμα κι αν έχει νόημα, ανάθεμα κι αν καταφέρνει να αποδώσει τη φρίκη που κεντάνε έξω από το σώμα μου, ανάθεμα κι αν σταματά η φρικαλεότητα στον μέχρι πρότινος “θεατράνθρωπο” των τίτλων ειδήσεων και στην υπουργό πολιτισμού, ανάθεμα κι αν έχουν σημασία οποιεσδήποτε άλλες λέξεις ντύνουν την αλήθεια: είναι ένας παιδοβιαστής κι αυτό διαγράφει κάθε άλλη ιδιότητα, και του ηθοποιού και του καλλιτέχνη και του ανθρώπου. Κι όσο μακριά φτάνει αυτός ο αρρωστημένος ιστός, τόσες περαιτέρω ιδιότητες ανθρώπων διαγράφονται. Κι αυτό θα έπρεπε να καταλάβουμε, πως η κατηγορία της παιδεραστίας επισκιάζει όλα τ’ άλλα. (Πώς γίνεται να μην τους παραλύει τους υπερασπιστές;)
Και γι’ άλλη μια φορά σαν τα ζιζάνια ξεπετάγονται ηλίθια πνεύματα αντιλογίας. Και γι’ άλλη μια φορά δημοσιογραφίσκοι μας καλούν να μη δώσουμε πολιτικές διαστάσεις λες και κοινωνικό και πολιτικό δεν είναι αλληλένδετα. Και γι’ άλλη μια φορά στρουθοκαμηλισμός, ανοχή, κουκούλωμα, μηχανορραφία κι άγιος ο θεός.
Ξέρεις, από μικρούς μας μάθανε απ΄ όπου παρατηρούμε βία, με συνοπτικές διαδικασίες ν’ απομακρυνόμαστε. Και φόρτωσαν την έκθεση στη βία στις ευθύνες και του θύματος, όχι μόνο του θύτη, επειδή το πρώτο δεν φρόντισε να αποστασιοποιηθεί, λες κι υπάρχει πάντοτε επιλογή. Είπαν για τη σκληρή βία που παραμονεύει σε σκοτεινές γωνιές, κακόφημα στενά και φιγούρες που βάφτισαν περιθωριακές. Ομως δε μας χτύπησαν το καμπανάκι για την βία που ξεκινά απαλά, σα χάδι κι ύστερα αποκαλύπτει το βάναυσό της πρόσωπο. Δεν είπαν για τη βια της εξαθλίωσης και του εξευτελισμού της προσωπικότητας, για τη γραβατωμένη βία ή γι’ αυτή που έρχεται “για το καλό σου”. Ούτε για τη βία που μας ήρθε σαν κληρονομιά και θεωρείται φυσιολογική, καθώς έτσι μάθαμε, έτσι ήταν πάντα.
Μερικές φορές – ντρέπομαι κάπως που το λέω- όπως διασχίζω την δεκαετία των είκοσι, νιώθω κουρασμένη. Πολύ, πολύ κουρασμένη. Ξεζουμισμένη. Εξαντλημένη, λες και σηκώνω στην πλάτη μου όλα τα βάρη του κόσμου. Κι είναι πολλά αυτά τα βάρη. Βάρη από υπολείμματα μούχλας που’ χει αφήσει κάθε σαπισμένη προσωπικότητα που πατά τον κόσμο μου καθημερινά. Και δεν μπορώ, συγχωρέστε με, δεν μπορώ να γράψω ένα άρθρο με σωστή δομή, επιχειρήματα και λογικές αναλύσεις όταν αυτά αναφέρονται σε μια τέτοια φρίκη. Ετσι μένω να σκέφτομαι. Να σκέφτομαι το κατακάθι της βίας που ‘χει κολλήσει στις λευκές αστραφτερές πορσελάνες των νοικοκυραίων.
Στρυθοκαμηλισμός. Γύρω το χάος και η πλειοψηφία το κεφάλι μες στην άμμο των κίβδηλων δικαιολογιών. Μα θυμηθείτε, αυτή η άμμος θα σας προκαλέσει ασφυξία, αυτό τα θάψιμο θα σας πνίξει.
Κι ας είναι όλα ν’ αλλάξουν. Ποτέ δε θα ωριμάσουν οι συνθήκες γι’ αλλαγή, αν δε γίνει επιτόπου η πρώτη μικρή αλλαγή. Κι η σκέψη αυτή κάπως με κάνει να αισθάνομαι λιγότερο τοσοδούλα, λιγότερο εξουθενωμένη. Μια μέρα, ένας προς έναν, όσοι απαρτίζουμε τούτο τον κόσμο, θα ρωτάμε τον καθρέφτη μας “ πόσο στρουθοκάμηλος ήσουν σήμερα;” κι η απάντηση θα είναι καθολικά “καθόλου”.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.