Έπρεπε να έχω ήδη φτιάξει τη βαλίτσα, αλλά ακόμα δεν μπορώ να βάλω τη σκέψη μου σε μια σειρά και επομένως δεν μπορώ να βάλω σε μια σειρά και τα ρούχα. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην προλάβω.
O χρόνος. O χρόνος είναι οι αποφάσεις που παίρνουμε , είναι το συνονθύλευμα των πραγμάτων που είμαστε, θέλουμε να γίνουμε, σκεφτόμαστε ότι είμαστε, μισούμε να είμαστε, είναι αυτά που κάνουμε και αυτά που δεν κάνουμε. Eίναι η αύρα που έχουμε επιλέξει- ή όχι -να εκπέμπουμε και να λαμβάνουμε σε κάθε φάση μας. Ο αόρατος ευεργέτης και καταστροφέας. Ο γέρος που είναι ταυτόχρονα νέος. ο χρόνος είναι η κατάρα που επιλέξαμε να αγαπάμε για να αποφύγουμε την ασυνεννοησία και τη σύγχυση. Ο χρόνος που πάνω του έχουν καταγραφεί όλοι οι καιροί, που το σώμα του υπάρχει με τη μορφή ιστοριών, ψυχών, ονομάτων. Υπάρχει ακόμα και σε ο,τι υπάρχει μόνο στη φαντασία. γιατί ο χρόνος είναι φαντασία, η φαντασία του καθενός ξεχωριστά. Αλλά εγώ άλλο έλεγα.
Α, ναι. Έλεγα ότι δεν ξέρω τι ρούχα να βάλω στη βαλίτσα, κι έχω το δίλημμα να πάρω καλσόν- σορτσάκι ή όχι, γιατί μπορεί να θέλω να βγω και να το παίξω γκομενέτε μια μέρα και να μην μπορώ και να μουτζώνομαι που δεν τα κουβάλησα. Και υπάρχει παρατημένο στην ντουλάπα του προορισμού μου κι ένα πουλόβερ που λατρεύω και με καλσονάκι από κάτω θα’ ναι χάρμα.
Σκέφτομαι συχνά αυτό το πουλόβερ. Αναρωτιέμαι γιατί το ‘χω παρατημένο στην εκεί ντουλάπα εφόσον το λατρεύω. Γιατί είναι καταχωνιασμένο σε ένα ράφι, να κάθεται αφόρετο και άχρηστο, αφού όταν θα πάω, είτε θα έχει πολύ ζέστη για να το βάλω, ή δεν θα έχω πάρει μαζί μου κάτι κατάλληλο για να το συνδυάσω. Και σκέφτομαι πως το καημένο το πουλόβερ πουθενά δε φταίει, εγώ είμαι η βλαμμένη, που ενώ το θέλω δεν το φέρνω στη ζωή μου, δεν το χώνω στη βαλίτσα φεύγοντας να το έχω μαζί μου και το βάζω στη θέση της καβάτζας, που ακόμα κι όταν το ‘χω εκεί δεν ανοίγω την ντουλάπα να το πιάσω, που ρίχνω πάντα την απόρριψη μου στο δεν ξέρω με τι να το φορέσω / οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες / άλλη φορά μωρέ, έχω καιρό.
Και ο καιρός ξεχνάει και ξεχνιέται. Τον υπάρχουμε για να μας κερνάει πραγματικότητες, να τις σουρώνει με αισθήσεις και ύστερα να τις πακετάρει και να τις αποστέλλει με λογική. Και η ρουτίνα, αυτή που μαθαίνουμε και στα σκυλιά μας, το πρόγραμμα, το ρολόι, να προσφέρει γη να πατήσουμε, έδαφος να δημιουργήσουμε. Γίνεται ο σκοπός μας και η ύπαρξή μας.
Το πουλόβερ λοιπόν έλεγα, ακόμα κι αν ξέρω πως το θέλω, το αφήνω εξορισμένο στην εκεί ντουλάπα, αντί να το πάρω εδώ και να το κυκλοφορώ για καφέδες και κρασάκια στις γειτονιές της Αθήνας.
Και το καημένο το πουλοβεράκι μου τίποτα δεν κάνει, κάθεται εκεί και περιμένει υπομονετικά, ελπίζοντας πως την επόμενη φορά που θα ανοίξω το φύλλο της ντουλάπας θα διαλέξω εκείνο, γιατί επιτέλους θα έχει τη σωστή θερμοκρασία, γιατί θα έχω φέρει τα κατάλληλα ρούχα να το συνδυάσω, γιατί δεν θα αντέξω να το αφήσω πάλι αφόρετο, γιατί θα είμαι διατεθειμένη να το βάλω κάνοντας υπομονή αν τυχόν ζεσταθώ.
Πάω να χώσω στη βαλίτσα σορτς και καλσόν, να το βγάλω το πουλόβερ από τη θέση της καβάτζας. Φτάνει που φερόμαστε έτσι σε ανθρώπους, ας μην το κάνουμε και στα πουλόβερ.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.