*Το ψευδώνυμό του θα γράφεται με ελληνικούς χαρακτήρες γιατί ειλικρινά το επίσημο με λατινικούς πολύ γρίφος στην ανάγνωση ρε παιδιά και ειλικρινά δεν μπορώ να γράφω κάτι που δεν διαβάζεται αυτόματα απ’τον εγκέφαλό μου.Ναι; Ναι. Πάμε τώρα *
Είχα πολλά να γράψω. Αλλά συνειδητά το απέφευγα. Εν τέλει δεν άντεξα, του τα είχα μαζεμένα βλέπετε. Είχα πολλά να γράψω. Από την στιγμή που είδα την αναδημοσίευση του πρώτου στόρι, πριν καν βάλει τις υπόλοιπες σάλτσες. Βασικά πριν κάνει καν το περιβόητο αστειάκι. Είχα πολλά να γράψω. Από τότε που ο Μάικιους δεν χρειαζόταν να γίνει απελπιστικά, θλιβερά γραφικός για να πουλήσει, από τότε που βρισκόταν στην “καλή του εποχή”. Η οποία καλή του εποχή ήταν ένα κράμα ρατσιστικών, μισογύνικων, ομοφοβικών, χοντροφοβικών, άκομψων αστείων, πασπαλισμένων με μπόλικη αμερικανίλα. Μέχρι τώρα απέρριπτα το χιούμορ του, όχι γιατί δεν επιθυμώ να γελώ, ούτε γιατί είμαι μη μου άπτου στο θέμα της πλάκας και του (αυτο)σαρκασμού. Τα απέρριπτα, απλούστατα γιατί πιστεύω ότι το χιούμορ μας είναι καλύτερο από αυτού του τύπου τα αστειάκια.
Η περίπτωση “Μιχαλάκης”
Τι έχουμε μπροστά μας λοιπόν; Έναν τύπο που κατηγορεί τον κόσμο για ελαφρά χρήση του όρου “φασισμός” κάνοντας άτοπες συγκρίσεις, έναν τύπο που ζητά πραγματικούς αγωνιστές, όπως παλιότερα έψαχνε για αυθεντικές φεμινίστριες, υποβιβάζοντας με αυτόν τον τρόπο κάθε σύγχρονο αγώνα ενάντια στην όποια μορφή βίας σε κάτι κάλπικο. Τα τελευταία χρόνια κάνει δηλώσεις που βρωμάνε συντηρητισμό, καλυμμένες ωστόσο με ένα πέπλο προοδευτικότητας. Κι όλη αυτή η ρητορική, που εμμέσως πλην σαφώς προτρέπει τον κόσμο να κάτσει στ’ αυγά του καθώς κάθε προσπάθεια αντίστασης στην καταστολή αξίζει να χαρακτηρίζεται a priori κίβδηλη, είναι η απόδειξη πως ο Μάικιους – κι ο κάθε Μάικιους δεν έχει κανένα θέμα με τη διαιώνιση της συντηρητικίλας, των ανισοτήτων και της βίας των από πάνω. Δεν βρίσκει κανένα πρόβλημα στον ανθρώπινο εξευτελισμό, στην καταπάτηση δικαιωμάτων, στην αδιασάλευτη τάξη πραγμάτων, στην προβατοποιημένη μάζα.
Η περσόνα του Μάικιους (κι όχι μόνο) μέσω του χιούμορ προσπάθησε να μας περάσει τον κυνισμό ως αντισυμβατική κουλτούρα και την επιτηδευμένη οργή ως υφολογική επιλογή. Κι αυτό είναι δικαίωμά του, γιατί μέσα στους χιλιάδες stand-up κωμικούς που ξεκίνησαν μέσω internet, έπρεπε να χτίσει μια ταυτότητα. Απλά, κατόπιν χάθηκε η μπάλα. Γιατί πώς να το κάνουμε, είναι κάποια πράγματα τα οποία δεν αποτελούν πεδίο άντλησης αστείων, υπάρχει μέσα σου μια φωνούλα που σε αποτρέπει από το να τα συμπεριλάβεις το μενού που επιδεικνύεις ως πλακίτσα. Δεν έχει να κάνει με το political correct, την πολιτική στάση, την εκπαίδευση που έλαβες, την κοινωνική τάξη, το κοινωνικό status. Έχει να κάνει με την παιδεία σου ως άνθρωπος.
“Μα είμαι χιουμοράκι”
Πρώτον, σιγά ρε Βαγγέλη Φατσέα. Δεύτερον: Το φαινομενικά ακίνδυνο χιουμοράκι δεν είναι ένα συστατικό της κουζίνας που σε σταθερές δοσολογίες βοηθά στην παρασκευή συγκεκριμένων φαγητών. Απαιτεί ευστροφία κι ευελιξία . Και προπαντός προσωπική καλλιέργεια κι αντίληψη του ατόμου για το τι θεωρείται την εκάστοτε στιγμή αστείο κι άξιο λόγου για να γελάσει ή να επικρίνει κάποιος. Κι εδώ είναι το κλειδί: το χιούμορ μπορεί να γίνει ένα τεράστιο όπλο για τον φασίστα, που ανενόχλητος θα σερβίρει έναν οχετό μεταμφιεσμένης υποτιθέμενης ιδεολογίας.
Το δέντρο -“Μάικιους”, το δάσος -“Κοινό”.
Το σημαντικό πρόβλημα θεωρώ, δεν εγείρεται επειδή το δέντρο που ονομάζεται Μάικιους είναι, ας μην πω φασίστας που λέει το έχουμε κάνει καραμέλα, ας πω σκατόψυχος. Εντοπίζεται στο δάσος που δημιουργούν οι οπαδοί του. Και χρησιμοποιώ επί τούτου όρους οπαδισμού, ακριβώς γιατί το κοινό του σημερινού internet χειροκροτά πορωμένα τα internet famous είδωλά του, προσκυνώντας κάθε τους κινησούλα και κάνοντας θέσφατο κάθε τους δηλωσάρα άκριτα. Βάλτε στην εξίσωση ακόμα το πόσο ανιστόρητος είναι ο μέσος θεατής, βάλτε και το “απολιτίκ” που είναι της μοδός, νιώθετε τώρα γιατί ασχολούμαστε κι είναι κάπως λάθος όλο αυτό;
Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον σφιχτό πυρήνα της παρέας και στο χαοτικό σύμπαν του δημόσιου λόγου, αλλάζουν τα πράματα όταν μια πληροφορία αποκτά πρόσβαση στο ευρύ κοινό. Τα αστεία δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια βαρυσήμαντη πολυκοσκινισμένη ιδέα, μια βόμβα που σκάει και κατόπιν η διαχείριση της επιρροής της είναι δύσκολη. Κι όσο εκεί έξω υπάρχουν διάφοροι Μάικιους, τόσο οι ανώριμες φασιστοφωνές θα βρίσκουν ένα καταφύγιο, μια ομπρέλα προστασίας πως αυτό που λένε είναι αποδεκτό, εφόσον “κι εκείνος το λέει, που είναι έξυπνος, αναγνωρίσιμος και πετυχημένος”.
Το σημαντικότερο.
Βλέπω πολλούς από όσους μαχόμαστε τη λογοκρισία και την όποια διάτρηση ελευθερίας να διστάζουμε να κράξουμε ανοιχτά τέτοιες απόψεις, αφού μας μπόλιασαν με την ιδέα ότι γινόμαστε ίδιοι με όσους κατηγορούμε και φιμώνουμε κόσμο. Πάντως, δεν ξέρω αν το ‘χετε παρατηρήσει, τον όρο “ΜΑΣ ΦΙΜΩΝΟΥΝ!!11!1” τον έχω δει να προέρχεται μόνο από (κρυφο)φασίστες πάνω σε δηλώσεις που κρύβουν σαπίλα, με μόνο σκοπό αυτοί να σκορπάνε αυτή τη σαπίλα ολούθε ανενόχλητοι. Δεν είναι θέμα πολίτικαλ κορρέκτ, όχι. Είναι θέμα ποιότητας του μέσα σου. Κι οι δηλώσεις αυτές δεν είναι “η άποψή μου”, είναι ότι η ψυχή σου είναι βρώμικη.
Ο Μάικιους κι όμοιοί του δεν πρόκειται να αλλάξουν, ούτε να διαβάσουν τέτοια κείμενα, ούτε καν να συνειδητοποιήσουν πόσο απαίδευτοι είναι. Τουλάχιστον οι υπόλοιποι, που δεν έχουμε μολυνθεί από αυτό το μικρόβιο ας μην αφήνουμε να κυκλοφορούν τέτοιες συμπεριφορές, ας τις καταδικάζουμε. Ας καταλάβουμε πως ΔΕΝ ΣΕ ΚΑΝΕΙ ΦΑΣΙΣΤΑ ΤΟ ΝΑ ΚΟΒΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΡΑ ΣΕ ΕΝΑ ΦΑΣΙΣΤΑΚΙ.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.