Πόσες φορές έχεις σύρει φίλο σου σε άλλο δωμάτιο για να μοιραστείς, όχι κάτι προσωπικό, αλλά την αλυσίδα που σε πνίγει και σφίγγει ακόμα περισσότερο, όσο αυτά που βιώνεις θεωρούνται κοινωνικά ταμπού; Ποσες φορές ως γυναίκα πάλεψες να χωρέσεις τη σερβιέτα στην τσέπη του τζιν γιατί είσαι σε μαγαζί και “μην τυχόν και σε δει κανείς πηγαίνοντας στο μπάνιο” λες και καμουφλάρεις το περίστροφο ή μίλησες ψιθυριστά για τη νέα φαρακευτική αγωγή που ξεκίνησες ; Ποσες φορές δεν δοκίμασες κάτι, δεν ζήτησες κάτι, δεν εξέφρασες κάτι γιατί εστίασες στο τι θα πει ο κόσμος;
Τα κοινωνικά ταμπού είναι πολλά και εμφιλοχωρούν σε χιλιάδες καταστάσεις, συγκυρίες, αποφάσεις μας. Εχουν όμως την ίδια ρίζα.
Μικροαστισμός και συντηρητισμός καμουφλαρισμένος με δήθεν στολίδια ελευθερίας και έκφρασης –γιατί ανήκουμε το δυτικό κόσμο βεβαίως βεβαίως– και από μέσα η ένδεια μας σε ζητήματα αποδοχής και κατανόησης, οι διαιωνιζόμενες αντιλήψεις των κοινωνικών πρέπει, σαν δεσμοφύλακες της κάθε ζωής.
Οι κοινωνίες μερικές φορές μοιάζουν να υπόκεινται σε περιόδους ηθικού πανικού. Μία κατάσταση, ένα περιστατικό, άτομο ή ομάδα καταλήγει να ορίζεται ως απειλή στις αξίες και τα συμφέροντα της κοινωνίας· η φύση του παρουσιάζεται με στυλιζαρισμένο και στερεοτυπικό τρόπο από τα ΜΜΕ· στις ηθικές επάλξεις στέκονται εκδότες, επίσκοποι, πολιτικοί και άλλοι άνθρωποι που σκέφτονται “σωστά”· κοινωνικά διακεκριμένοι ειδικοί διακηρύττουν τις διαγνώσεις και τις λύσεις τους· μέθοδοι αντιμετώπισης αναπτύσσονται ή (το συνηθέστερο) εφαρμόζονται άκριτα· η κατάσταση είτε εξαφανίζεται, είτε κουκουλώνεται, είτε χειροτερεύει και γίνεται ακόμα πιο εμφανής.
Μα η ελευθερία του λόγου; Λοιπόν, δεν υπάρχει εευθερία λόγου εφόσον οι επιλογές του τι θα πεις είναι μια λίστα περιορισμένων θεμάτων. Τα υπόλοιπα, βρίσκονται σε μια άλλη μαύρη λίστα, είναι “απαγορευμένα“, όπως όταν βάζαμε μικροί το χέρι μας στην πρίζα και μας λέγανε “όχι, κακό, τζιζ“. Οταν έχεις να επιλέξεις ανάμεσα σε αυστηρά καθορισμένες επιλογές, ξέροντας οτι αν ακολουθήσεις κάτι έξω από αυτές, θα λουστείς την κατακραυγή, δεν είναι ελευθερία. Το πλαίσο συμπληρώνεται με την έννοια της πολιτικής ορθότητας. Είναι ένα έξυπνο τέχνασμα από μεριάς των νεοσυντηρητικών που γνωρίζουν την αρχική χρήση της φράσης, που έχει ως σκοπό να παρουσιάσει και να συνδέσει στα μυαλά του κόσμου τις δημοκρατικές αξίες της ισοτιμίας με αυταρχικές, πολιτικά ορθόδοξες, απόψεις .Η κατηγορία της ΠΟ χρησιμοποιείται από ακαδημαϊκούς και δημοσιεύεται από συντηρητικούς δημοσιογράφους σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από κριτικές που δέχονται σχετικά με τις προκαταλήψεις τους . Είναι ένα τέχνασμα να μετατρέπουν το ζήτημα της προκατάληψης σε ζήτημα ελευθερίας λόγου, χωρίς καν να δέχονται ότι και η αμφισβήτηση της κάθε αυθεντίας είναι κι αυτή ζήτημα ελευθερίας του λόγου.
Η φράση ΠΟ είναι ένα όπλο. Η χρήση της είναι προσπάθεια να προστατεύσει κάποιος το δικαίωμά του να είναι μισαλλόδοξος χωρίς να χρειάζεται καν να έρθει αντιμέτωπος (ή να βρεθεί υπόλογος) με το κακό που προκαλούν οι προκαταλήψεις του. Είναι ένα τέχνασμα που σκοπό του έχει την εξαφάνιση πραγματικών ζητημάτων σχετικά με την καταπίεση και την ενίσχυση του ελιτίστικου στάτους κβο.
Υπάρχουν κάποια πράγματα στην κοινωνία μας που μάθαμε να θεωρούνται ταμπού, ακόμα κι αν όλοι αναγνωρίζουμε την ύπαρξή τους και τα συναντάμε καθημερινά, διδαχτήκαμε υποσυνείδητα να τα φυλάμε ως επτασφράγιστο μυστικό. Ενα μυστικό κοινό σε όλους, ένα μυστικό που σιγομουρμουρίζουμε μόνο, μέχρι η αλήθεια να μας σκάσει σαν χαστούκι στη μούρη. Κρυμμένοι πίσω από παρελθοντολαγνείες, από σημερινές δηθεν φιλελεύθερες ιδέες, που ποτέ δεν ισχύουν καθολικά εν τέλει και πάντα πάνε πακέτο μ’ ένα σωρό αστερίσκους, καταλήγουμε ανθρωπάκια, τόσο μικρά, που στο τέλος μπορούμε να κρυβόμαστε και πίσω απ’το δάχτυλό μας.
Δαιμονοποίηση , άκρατη κριτική, στρουθοκαμηλισμός. Δεν μιλάμε, απλά χώνουμε κάτω από το χαλί κι άλλα, κι άλλα και η στοίβα μεγαλώνει, φτάνει να γίνει ένα βουνό και μένει ο ένας στη μια πλευρά και ο άλλος στην άλλη. Η πρόοδος μας στο κεφάλαιο “αποδοχή“, χωρίς ουσιαστικά ερείσματα, θεμελιώνεται πάνω στην ιδεατή εικόνα που θέλουμε να έχουμε, γίνεται διαφημιστικό τρικάκι για την έλξη, την ευχαρίστηση και τον εφησυχασμό μας. Πιστεύουμε πως είμαστε μια κοινωνία Αποδοχής, η αποδοχή αυτή όμως είναι κούφια από τη στιγμή που δεν υπήρξαν οι συνεπαγωγές μλέτης και επαφής για το εκάστοτε ταμπού, δεν διανύσαμε βήματα από το συντηρητισμό προς την απελευθέρωση, γκαζώσαμε αντίθετα παραλείποντας ολη τη διαδρομή. Θεωρητικά φτάσαμε στον προορισμό. Δεν υπάρχει όμως τίποτα να πούμε για το ταξίδι.
Τα στερεότυπα, τα άνευ επιχειρημάτων πρέπει, η μισαλλοδοξία, η κακεντρέχεια, το κουτσομπολιό, ο στρουθοκαμηλισμός, η ανελευθερία και οι φονταμενταλισμοί αυτά ανήκουν στην τουαλέτα. Υπάρχουν , τα βιώνουμε, σφίγγουν τον κλοιό γύρω μας. Είναι δική μας απόφαση να παήσουμε το καζανάκι.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.