“Η επανάσταση. Βάζει στις χούφτες τα μυαλά της και γυρίζει την πλάτη στο επάγγελμα.Γράφει την ερώτηση στον τοίχο και μετράει γουρούνια για να κοιμηθεί Εντάξει,πού και πού κλαίει όνειρα, πότε – πότε λέει ψέματα στα καθωσπρέπει παιδιά του σχολείου. Αλλά όταν βουτάει στο δρόμο
ξέστηθη χορεύει πάνω στα οδοφράγματα και δεν ξεχνά ότι
αρχίζει από το ίδιο γράμμα με τον Έρωτα.” – Νάντια Γαβαλά
Δεν βρήκαμε ακόμη όνομα για εκείνο το φιλόδοξο οχυρό από χαρτόκουτα
που υψώσαμε μικροί στον ακάλυπτο των δίπλα.
Σκέφτηκα πως μου είναι επιτακτική ανάγκη να αφήσω αυτές τις λέξεις εδώ,τώρα που τα ρήματα κυνηγούν τα επίθετα και τα επίθετα τα ουσιαστικά, μια καταδίωξη,και λαχανιάζουν – η αναπνοή είναι το θέμα-,τώρα που ακόμα είναι φρέσκες,πριν προλάβουν να ζαρώσουν και μουχλιάσουν.
Δεν βρήκαμε ακόμη όνομα για την τρυφερή επικράτεια που απλώνεται από το κρεβάτι σου ως τον καναπέ. Δεν βρήκαμε ακόμη όνομα
για το καλλιτεχνικό ρεύμα του να καις τα μνημεία.
Η αθηναϊκότητά μας, ήταν μια μαύρη τρύπα. Αντιφάσεις και ανεξήγητα κι όλο να πάμε να φύγουμε στα νησιά και στην Αγγλία.Ή ακόμη χειρότερα ανταγωνιζόμενοι γενικώς με τους πάντες σε αποθέματα μετριοπάθειας και κοινωνικής επιτυχίας. Πιες όση ρετσίνα θες και ξέρνα τον εαυτό σου, τη νύχτα, την εξεταστική, το άγχος της εισόδου στην αγορά εργασίας.
Και οι συμπότες μας, παλιοί και νέοι επισκέπτες της μητροπολιτικής βάναυσης ομορφιάς, άγνωστες πια φιγούρες που δυσφορούν γύρω απ’ το κέντρο της πόλης, δεν έχουν τι να πουν, διαβάζουν ακατανόητες θεωρίες, τσακίζουν σουβλάκια μετανιωμένοι για τον λιναρόσπορο που περιμένει στο ντουλάπι, προοδεύουν ή απελπίζονται ολοκληρωτικά, χορεύουν, ρωτάνε τι είναι αυτός ο εφκα, χάνονται ακινητοποιημένοι στην κίνηση, χάνονται ακινητοποιημένοι στο τελευταίο δεκάλεπτο του όγδοου επεισοδίου του τρίτου κύκλου, εντέλει όλο χάνονται. Και ύστερα βρίσκονται ξαφνικά σ’ ένα κοινό πένθος που δεν περίμεναν ότι θα τους πιάσει απ’ το λαιμό στα καλά καθούμενα Μάη μήνα.
Δεν βρήκαμε ακόμη όνομα για τον κόσμο που συνομωτούμε να χτίσουμε (κάποτε).
Δεν υπάρχει πάτος πουθενά κι αυτός των παπουτσιών εξαφανίστηκε μόλις, ίσως αυτό να φταίει που δεν πάταγα στην πραγματικότητα καλά. Μπάτσοι στο σπίτι μας, βρέθηκα πιασμένη στο ατομικό μου σκάλωμα, ίσως μανία καταδίωξης μωρέ.
Μια μέρα θα ξαναδούμε την Πατησίων από ψηλά,κάνοντας πιρουέτες στη Σταδίου.
Η τρυφεράδα θα σώσει τον κόσμο.
Γράφω γιατί αλλιώς θα σκάσω.